United States or Nepal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και μόλις επήρε τις τρεις χιλιάδες δεν αργοπορούσε, μόνε σαν να ήταν ο πιο πλούσιος όχι μονάχα από τους ζευγολάτες του τόπου του παρά κι από όλους τους ανθρώπους, πηγαίνει αμέσως στη Χλόη και της διηγιέται τ' όνειρο, της δείχνει το πουγγί και την παρακαλάει να προσέχη τα κοπάδια, ως που να γυρίση· ύστερα τρέχει γλήγορα στο Δρύαντα και βρίσκοντάς τονε ν' αλωνίζη λίγο σιτάρι με τη Νάπη, του μιλάει με πολύ θάρρος για το γάμο: — Δος μου τη Χλόη γυναίκα.

Λυπάται η κόρη για τη ζημιά του κοπαδιού της και που νικήθηκε στο τραγούδι· και παρακαλάει τους θεούς να γίνη πουλί, προτού να φτάση σπίτι της. Ακούν οι θεοί τα παρακάλια της και την κάνουν αυτό το πουλί, βουνήσιο σαν την κόρη, γλυκόλαλο σαν εκείνη. Κι ακόμη και τώρα τραγουδώντας διαλαλάει τη συφορά της, ότι αναζητάει τα ξεπλανεμένα βόιδια. Τέτοιες χαρές τους έδινε το καλοκαίρι.

Αφού κατώρθωσε τόσο μεγάλη δουλειά, εγύρισε ό,τι άρχιζε να νυχτώνη, και βρίσκει το Διονυσιοφάνη να κοιμάται, μα το Δάφνη ναγρυπνάη και να κλαίη ακόμη στον κήπο· του φέρνει λοιπόν εμπρός του τη Χλόη και δίνοντάς του τη όλα του τα διηγιέται· και τον παρακαλάει να μη του κρατάη πια κάκια και να τον έχη όχι αδιαφόρετο δούλο μήτε να τόνε βγάζη από το τραπέζι, επειδή θα πεθάνη από την πείνα.