United States or Western Sahara ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εγώ πάω κάθα μέρα και τήνε θωρώ κιόλο με τα δάκρυα στα μάτια τήνε βρίσκω· κιόλο μου λέει πως αν σούφταιξ' αδερφός τση, αυτή είντα σούκανε και δεν περνάς μπλειο απ' όξω απ' το σπίτι τως νακούη σκιάς το ζάλο σου και να σε θωρή απ' αλάργο. Μια-δυο φορές μόνο λέει έτυχε να σε δη, όντε πάει στη βρύσι γή στην εκκλησά, μα κάνεις πως δεν τήνε θωρείς και ραΐζει η καρδιά τση.

Άρχισα με το πρώτο πούχα γράψει: «Αγαπημένο μου Βαγγελιό, «Πρώτον έρχομαι, να ερωτήσω δια το αίσιον της υγείας σου. Αν ερωτάς και δι' εμέ, κλαίω, κλαίω, αφ' ότου έφυγα από το χωριό. Και ποιος να με παρηγορήση εδώ που είμαι ξένος στα ξένα; Κλαίω κιόλο τόνομά σου έχω στο νου μου και στο στόμα μου. Κοιμούμαι και θυμούμαι σου, ξυπνώ στο νου μου σέχω και στόνειρό μου σε θωρώ κιαγκαλιασμένη σέχω.

Όπου δεν είσαι του λόγου σου, ο κόσμος μου φαίνεται έρμος και σκοτεινός. Πιάνω να διαβάσω και δε μπορώ να συμμαζέψω το νου μου. Ο νους μου γίνηκε νερό κιόλο σε σένα τρέχει....» Το Βαγγελιό μούκοψε το διάβασμα κείπε: — Γιάε το πονηρό, μαντινάδες απού τσι κατέει! Και πώς τσι ταιριάζει όπου πρέπει! «Πώς θα τόνε περάσω τόσον καιρό, που θα κάνω να σε δω. Η μέρες μου φαίνουνται χρόνοι.

Έξω βρήκα τη Δρακογιώργαινα και μούπε πως το Βαγγελιό ήτον ακόμη άρρωστη κιόλο στο χειρότερο πήγαινε. Πετσί και κόκαλο είχε γίνει, Από κείνο που μούπε η μάνα μου, ότι δεν πιάνει άθρωπος χρυσό μήλο από τα χέρια τση κιαπ' όσα μούπε η γυναίκα του Δρακογιώργη, το Βαγγελιό παρουσιαζότανε στη φαντασία μου σε θλιβερώτατη κατάσταση.