United States or Serbia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κιόταν έφευγε, τον ακολούθησε και τούπε: — Δε μου λες, δάσκαλε, κιαμιά γυναίκα δε φαίνεται στα χαρτιά σου κοντά στο παιδί μου; — Δεν ήθελα, μπρε, να σου το πω· μα μια και με ρωτάς, θα σου πω την πάσαν αλήθεια. Κοντά στη μοίρα του παιδιού σου είδα να στέκη μια γυναίκα, μακρά κιαδύναμη. Ο μοιράρης, ως χωριανός, βέβαια κάτι θάξερε για το μάλωμα της μάνας μου και της κόρης του Δεσποινιού.

Αλλ' ο παπάς, ένας καλός και με θάρρος χριστιανός, του υποσχέθηκε κάτι περισσότερο· τη μεσολάβησή του: — Θα πάω 'γώ να τόνε δω· κιο Θεός να δώση να τόνε βρω στσι καλές του. Μάνεν τόνε βρω στα δαιμόνια του, και για σένα δε θα κάμω πράμμα κεμένα μπορεί να μου δώση κιαμιά μπιστολιά. Η γιαλήθεια είνε πως όντεν έρχεται στο χωριό δε μου αγριγιομιλεί.

Κατέω κεγώ; Γιαυτό είπα με το νου μου... Δεν τέλειωσε τη φράση. — Δε μου λες, Γιώργο μου, ενεζήτας με στη χώρα; Με θυμούσουνε; — Μερονυχτού. — Εκάτεχά το, γιατί, τσι περισσότερες βολές που σε 'δα στόνειρό μου, σε θώρου δακρυσμένο. Εσύ με νειρεύτηκες κιαμιά βολά; — Πολλές βολές. Το πρόσωπό της πήρε μια παράξενη έκφραση; — Και με 'δες στον ύπνο σου ποθαμένη; — Μια βολά.

Όταν μαφήκε να γυρίση στο χωριό, μούπε: — Και δε θα μου κάμης εδά, Γιωργιό, κιαμιά παραγγελιά για το χωριό; Δε θα πω χαιρετίσματα σε κιανένα; — Σόλους να πης, τούπα ανόρεξα. — Και σε κιαμιά ψυχή ξεχωριστά; ξαναρώτησε με πονηρό χαμόγελο. Κύμα θυμού ανέβηκε στο λαιμό μου. Μου φάνηκε πως αυτός ο χωριάτης έβαλε τα χοντρά και λερωμένα χέρια του στην καρδιά μου και βεβήλωσε τάγια των αγίων.