United States or Paraguay ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θα έκαμνε πως δεν τον είδε, και θα εκύταζε, &ντου-γρού, προς το άγιον βήμα, χωρίς να στραφή επί στιγμήν προς δυσμάς, ωσάν θεοφοβούμενος πού ήτον, ν' ακούση μετά προσοχής την λειτουργίαν του. Ήτο εν τω δικαίω του, ευρίσκετο εις το κατάμερόν του... Αλλ' ενταύθα ο Γιάννης ο Κούτρης επάγωσεν, ο παλμός εσταμάτησε προς στιγμήν. Δεν ευρίσκετο εις το κατάμερόν του!

Το κυρίως κατάμερόν μου ήτον υψηλότερα, έξω της ακτίνος των ελαιώνων και αμπέλων, εγώ όμως συχνά επατούσα τα σύνορα. Εκεί παραπάνω, ανάμεσα εις δύο φάραγγας και τρεις κορυφάς, πλήρεις αγρίων θάμνων, χόρτου και χαμοκλάδων, έβοσκα τα γίδια του Μοναστηρίου. Ήμην «παραγυιός», αντί μισθού πέντε δραχμών τον μήνα, τας οποίας ακολούθως μου ηύξησαν εις έξ.

Όλον το κατάμερον εκείνο, το καλούμενον Ξάρμενο, από τα πλοία τα οποία κατέπλεον ξάρμενα ή ξυλάρμενα, εξωθούμενα από τας τρικυμίας, ήτον εδικόν μου. Η πετρώδης, απότομος ακτή μου, η Πλατάνα, ο Μέγας Γιαλός, το Κλήμα, έβλεπε προς τον Καικίαν, και ήτον αναπεπταμένη προς τον Βορράν.

Εγερθείς περί όρθρον βαθύν ο πτωχός &Τσόμπανος&, ο βοσκών ολίγας αίγας και μανδρίζων αυτάς εις το κατάμερον των Τριών Σταυρών, ήμελξε τας αίγας του, και αφυπνίσας τον παραγυιόν του, τον έστειλε να φέρη την καρδάραν πλήρη εις το χωρίον, προς τον κολλήγαν του, τον προεστόν, και να γυρίση γλήγορα οπίσω.

Εκ της εξηγήσεως ταύτης ενόησεν, ολίγον αργά, ο Γιάννης ο Κούτρης, ότι με όλα τα σχέδιά του και τας ενεργείας του, όσον μακρύτερα έφευγε τον Γιώργη τ' Παναγιώτ' και την προεστωσύνην του, τόσον σιμότερα επήγαινε και εις αυτόν και εις το κατάμερόν του. Διότι δεν αρκεί να φεύγη τις, πρέπει και να μη καταδιώκεται, ή τουλάχιστον να ηξεύρη προς ποίον μέρος να κατευθυνθή.

Τον περισσότερον καιρόν εγύριζεν από μάνδραν εις μάνδραν, από καλύβι εις καλύβι, από κατάμερον εις κατάμερον, χωρίς εργασίαν, και του έδιδαν οι ποιμένες ξυνόγαλα κ' έτρωγε. Κάποτε του έλεγαν·Δεν πας, καϋμένε, Αγκούτσα, να βγάλης τίποτε πεταλίδες κάτω στο γιαλό, ή τίποτε καβουράκια στο ρέμμα μέσα; Τούτο ήτο ασφαλές σημείον ότι τον έδιωχναν. Ο Αγκούτσας το εκαταλάβαινε κ' έφευγε.

Αυτός, ο Γιάννης ο Κούτρης, διατί ίσα-ίσα έβαλε τα δυνατά του, αποφασίσας να κάμη εφέτος χωριστήν Ανάστασιν με τους γείτονάς του, εις το κατάμερον το ιδικόν του; Διά ν' απαλλαχθή από το φορτικόν θέαμα του δευτέρου εξαδέλφου του, του Γιάννη Λαδίκα, εις τον Άι- Γιώργη της Χ'στοδουλίτσας, ή αυτού του Γιώργη τ' Παναγιώτ', εις τον Άι-Χαράλαμπον, οίτινες έκαμαν και οι δύο τον προεστόν και τον επίτροπον, εκάτερος εις το κατάμερόν του, ανάπτοντες και σβύνοντες τα κηρία, ψιθυρίζοντες επιδεικτικώς εις το ους του ιερέως παρά την βορείαν θύραν του ιερού βήματος, περιφέροντες ελευθέρως δίσκον, με την επωδόν «Το λάδι της εκκλησίας, χριστιανοίκαι κάμνοντες «κ'μάντο, 'σε ούλα τα πάντα», εντός κ' εκτός του ναού.

Χαραλάμπους τον Γιώργη τον Τρυγολόγο, με την φαμήλιαν του, τους Μιχαλογιανναίους, πατέρα και υιόν, και τους Μαυροδημαίους, τεσσάρας αδελφούς με τας γυναίκας, και τα τέκνα των, όπως τους σύρη προς το Πρωί, εις το κατάμερον το ιδικόν του, κ' εκεί μετά των υπαρχόντων τριών ή τεσσάρων άλλων αιπόλων, να καλέσωσιν ιερέα, όπως εορτάσωσι κατ' ιδίαν το Πάσχα.

Κατ' εκείνην την στιγμήν η πρώτη ακτίς του ανατέλλοντος ηλίου εφώτισε το προώρως ερρυτιδωμένον μέτωπόν του και τους χαρακτήρας του ισχνού προσώπου του, προσώπου μόλις τεσσαρακονταετούς, και η μορφή του εφάνη μυστηριώδους θελγήτρου μετέχουσα, και δεν εφαίνετο άμοιρος ψυχικού ή και αισθητού κάλλους ο τραχύς και άξεστος τσόμπανος, ο υψηλός και σκληραγωγημένος και ηλιοκαής, ο βόσκων τας ολίγας αίγας του εις το κατάμερον των Τριών Σταυρών.

Ο Γιάννης η γρηά δεν ήθελε μόνον να εορτάση με τους συννομείς του χωριστά την Ανάστασιν, εις το κατάμερόν του, αλλ' επεθύμει και να τελεσθή η Ανάστασις αύτη όχι εις άλλην εκκλησίαν, αλλ' ωρισμένως εις την Άγι' Αναστασά.