United States or Paraguay ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι δε Αθηναίοι έπλευσαν κατ' αυτών εκ της Ναυπάκτου μετά τριακοντατριών πλοίων, έχοντες αρχηγόν τον Δίφιλον. Οι Κορίνθιοι κατ' αρχάς μεν ησύχαζαν, έπειτα όμως, ότε υψώθησαν τα σημεία, άμα ενόμισαν ότι ήτο καιρός, ώρμησαν κατά των Αθηναίων και εναυμάχουν. Επί πολύν χρόνον αντείχον από τα δύο μέρη.

Ω, να καθόμουν στα πόδια σας, στο αγαπητό μου μικρό δωμάτιο, και τα μικρά μας τ' αγαπημένα να εκυλίονταν γύρω μου και όταν θα σας εφώναζαν πολύ, θα τα εμάζωνα γύρω μου και θα τα κρατούσα ήσυχα με ένα τρομακτικόν παραμύθι και θα ησύχαζαν. Ο ήλιος βασιλεύει πέραν απ' αυτή τη χιονόλαμπρη χώρα, η καταιγίς επέρασε, και εγώ, — πρέπει να κλεισθώ πάλιν εις το κλουβί μου. — Υγιαίνετε!

Κατά τον ακόλουθον χειμώνα οι μεν Αθηναίοι και οι Λακεδαιμόνιοι ησύχαζαν ένεκα της ανακωχής, οι δε Μαντινείς και οι Τεγεάται και οι σύμμαχοι εκατέρων συνεπλάκησαν εις το Λαοδίκιον της Ορεσθίδος και η νίκη υπήρξεν αμφίβολος, διότι έκαστος των πολεμούντων τρέψας εις φυγήν την απέναντι αυτού εχθρικήν πτέρυγα, έστησε τρόπαιον και έπεμψε λάφυρα ληφθέντα από νεκρούς εις τους Δελφούς.

Όλοι οι παρόντες επεδοκίμασαν και μάλιστα ο Αρισταίνετος και ο Εύκριτος, οι οποίοι ήλπισαν ότι ούτω θα εσώζοντο από την αηδίαν των ύβρεων. Επανήλθε δε τότε ο Αρισταίνετος εις την θέσιν του, πιστεύσας ότι τα πράγματα θα ησύχαζαν.

Είπε και χάμου εκάθισετην στάκτη της γωνίστρας, σιμάτην στια• και ησύχαζαν κ' εσιωπούσαν όλοι• και αργάαυτούς ωμίλησεν ο Εχένηος ο γέρος, 155 ο ήρωας ο αρχαιότερος των άλλων των Φαιάκων• και παλαιά πολλά 'ξευρε κ' ήταντους λόγους πρώτος• τούτος αγόρευσεαυτούς με καλή γνώμη κ' είπε• «Αλκίνοε, δεν είν' εύμορφον, ουδ' είναι πρέπον τούτο, χάμου ο ξένος να κάθεταιτην στάκτη της γωνίστρας• 160 τούτοι κρατιούνται, ότι ο καθείς τον λόγον σου αναμένει. αλλά τον ξένον σήκωσε, και εις ασημένιον θρόνον κάθισε αυτόν, και πρόσταξε κρασί να συγκεράσουν οι κήρυκες, να κάμουμε σπονδαίς του βροντοφόρου Διός, οπού τους σεβαστούς ικέταις συνοδεύει• 165 και απ' ό,τι έχ' η κελλάρισσα δείπνον του ξένου ας δώση».

Ότε δε οι βάρβαροι φεύγοντες έπεσαν εις το μέσον αυτών, τους εσύναξαν, εσχημάτισαν έν μόνον στρατόπεδον και ησύχαζαν αυτού κατά το υπόλοιπον της ημέρας.

Την επομένην οι μεν Συρακούσιοι ησύχαζαν χωρίς να δεικνύουν τι πως είχαν σκοπόν να ενεργήσουν· ο δε Νικίας ιδών ότι η ναυμαχία υπήρξεν αμφίρροπος και περιμένων νέαν επίθεσιν ηνάγκαζε τους τριηράρχους να επισκευάσουν τα βλαφθέντα πλοία και προσώρμισε τα φορτηγά πλοία προ των πασσάλων, τους οποίους οι Αθηναίοι ενέπηξαν εις την θάλασσαν, έμπροσθεν του στόλου των, διά να χρησιμεύουν εις αυτούς αντί λιμένος κλειστού.

Αλλ' επειδή πανταχού όπου επετίθεντο συνήντων τους προσκόπους, και ο Βρασίδας αυτός μετά των λογάδων υφίστατο τας επιθέσεις των, επειδή ο στρατός του Βρασίδου αντισταθείς παρά την προσδοκίαν των εις την πρώτην έφοδον ημύνετο, όταν εκείνοι επετίθεντο, και υπεχώρει, όταν εκείνοι ησύχαζαν, τότε οι πλείστοι των βαρβάρων διέκοψαν την καταδίωξιν των μετά του Βρασίδου Ελλήνων εις την πεδιάδα, και μικρόν μεν μέρας αυτών έμεινε διά να τους παρακολουθή και τους προσβάλλη, οι δε λοιποί, έτρεξαν εναντίον των φευγόντων Μακεδόνων και εφόνευον όσους επρόφθανον.