United States or Barbados ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο ιερεύς τον εκύτταξεν εν αμηχανία προς στιγμήν, είτα το βλέμμα του εφωτίσθη, ως να του ήλθεν ιδέα, και είπε. — Κάμνουν Ανάστασι όξου απ' της εκκλησιαίς, ναι· μα λειτουργία;... πώς θα λειτουργήσουμε; — Απάνου στα μάρμαρα, πού ήταν μια τ' άι-δήμα, ας πούμε. — Μα δεν είνε Αγία Τράπεζα εγκαινισμένη. — Τον παλαιό καιρό, που την είχαν κτίσει, κατάλαβες, δεν ήταν συγκαινιασμένη;

Ήτο η «Μπέλλα» και δεν παρήλθεν ώρα, οπού ο Καραγιάννης εισήλθεν εις το δωμάτιον του ασθενούς. Δεν εγνώριζε περί της ασθενείας του και έμεινε κατάπληκτος! είχεν ενώπιόν του έν πτώμα . . . Το πρόσωπον του θνήσκοντος εφωτίσθη. Ητένισε τον γαμβρόν του και διά του βλέμματος του ένευσε να πλησιάση. Εκείνος επλησίασε και έκυψεν επ' αυτού. Εκ του στόματος του θνήσκοντος εξήλθε ψιθυρισμός . . .

Όταν έφθασαν εις τον πεύκον του Ματαρώνα, ανέτειλε και η σελήνη εκ του βουνού, μεγάλη, στρογγύλη, πανσέληνος, ως πρόσωπον νεράιδας νυκτερινής. Κ' εφωτίσθη μετ' ολίγον πραέως και μελιχρώς η οδός, ο κάμπος του ελαιώνος πέραν, και κάτω εις την άκραν η πολίχνη, λευκή-λευκή, ως σωρός λευκολίθου.

Το πρυμναίον εφωτίσθη από παράδοξον αστραπήν, θαρρείς, από της οργής την αστραπήν την πρασινογάλαζον, και είδε τα περί αυτόν όλα πράσινα ο καπετάν- Φώκας. Και το πρόσωπόν του το είδε πράσινον εις τον καθρέπτην.

Οι οφθαλμοί του εσταμάτησαν πολύ υψηλά εις τα τελευταία βάθρα του αμφιθεάτρου. Τότε το στήθος του ανέπνευσε ζωηρότερον, και, προς κατάπληξιν του πλήθους, το πρόσωπόν του εφαιδρύνθη διά μειδιάματος, το μέτωπόν του εφωτίσθη, οι οφθαλμοί του υψώθησαν εις τον ουρανόν και εκ των βεβαρημένων βλεφάρων του δύο δάκρυα κατήλθον βραδέως εις το πρόσωπόν του. Και απέθανεν.