United States or Svalbard and Jan Mayen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι δε άλλοι Θηβαίοι, οίτινες είχε συμφωνηθή ενόσω ακόμη ήτο νυξ να έλθουν πανστρατιά, εν περιπτώσει καθ' ην οι εισελθόντες προηγουμένως εις την πόλιν δεν επετύγχανον, μαθόντες καθ' οδόν τα γενόμενα έσπευσαν το βήμα. Απέχει δε η Πλάταια από τας Θήβας σταδίους εβδομήκοντα, και η επισυμβάσα βροχή εβράδυνε την πορείαν των διότι ο Ασωπός ποταμός επλημμύρησε και δεν ήτο ευκολοπέραστος.

Διηγήθη δε τότε ο γέρων το εξής ανέκδοτον. Επλημμύρησέ ποτε ο ποταμός της Ιταλίας Αδίγης, και διά του ορμητικού ρεύματός του κατεκρήμνισε τας δύο άκρας της γεφύρας της πόλεως Βερόνης, κειμένης εις τας όχθας του ποταμού τούτου. Έμενε δε εν τω μέσω του ποταμού σαλευόμενος ο μέσος θόλος της γεφύρας, επί του οποίου έκειτο μικρά καλύβη, κατοικουμένη υπό πτωχής οικογενείας.

Ενθυμούμην σκηνάς της παιδικής μου ηλικίας• ενθυμούμην ότε μας ήνοιξε την θύραν επιστρέφοντας εκ Σμύρνης, και την χαράν ήτις τότε επλημμύρησε την καρδίαν μου, ότε μετά τοσούτων ετών απουσίαν την επανείδα• ενθυμούμην ένα σωρόν περιστατικών των τελευταίων δυστυχών επί της Χίου ημερών, η δε μορφή της συνείχετο με τας αναμνήσεις μου πάσας, και η φωνή της, η φαιδρά της φωνή, μου εφαίνετο αντηχούσα εις τα ώτα μου.

Ευρισκόμην εις είδος παραζάλης, εκ της οποίας όμως ανένηψα βαθμηδόν ως αφυπνιζόμενος εκ της ευθύνης, την οποίαν ανελάμβανα, και εκ του ενώπιον ημών κινδύνου. Ότε μάλιστα είδα τον Μίρτον μεταξύ των κληρωθέντων πέντε, η διπλή αύτη συναίσθησις της ευθύνης μου και του κινδύνου επλημμύρησε την ψυχήν μου.

Άμα την είδα με συνεκίνησεν η θέα της. Μου ήλθον εις τον νουν όντα αγαπητά, ανεπόλησα την οικογένειαν, την πατρίδα. Η ωχρά εκείνη θελκτική μορφή ημαύρωσε διά μιας την φαιδρότητα των πρώτων εντυπώσεων της ξενιτείας. Το θλιβερόν της βλέμμα επλημμύρησε θλίψεως την ψυχήν μου.