United States or Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα ας γυρέψουμε και τον καντηλανάφτη να τελειώνη. Κάλλιο να ρημάξη, εγώ σου λέω, αυτό το σπίτι, κάλλιο γεροντοκόριτσο να πλανιέται και να ξενοδουλεύη η αδερφή μου, ταποφάγια της γειτονιάς να μαζεύη και να φτωχοθρέφεται, παρά να βλέπω Στεφανήδες μπροστά της! Δεν την έχω την αδερφή μου εγώ για τέτοιες γενιές. Μήτε τη φαμελιά μου για τέτοια συμπεθεριά δεν την έχω.

Μα όπιος να φύγει βάρθηκε καλά και σώνει, ας έβγει να βάλει χέρι στο γοργό καλόδετο καράβι, για να κατέβει αρχύτερα των αλλωνών στον Άδη. Μα, αφέντη, κρίνε ορθά κι' εσύ, μα αγρίκα και τους άλλους, 360 κι' ο λόγος τώρα που θα πω δεν είναι ναν τον ρήξεις. Κατά γενιές τους Αχαιούς και κατά έθνη σάξ' τους, γενιά βοήθια σε γενιά κι' έθνος να φέρνει σ' έθνος.

Ο Αγαθούλης απολιθωμένος από τούτα τα λόγια, του απάντησε: — Αίδεσιμώτατέ μου πάτερ, όλες οι γενιές του κόσμου δεν έχουνε καμιά σημασία. Απέσπασα την αδελφή σας από τα χέρια ενός Εβραίου κ' ενός Ιεροξεταστή· έχει μεγάλες υποχρεώσεις σε μένα και θέλει να με παντρευθή. Ο διδάσκαλος Παγγλώσσης μούπε πολλές φορές, πως οι άνθρωποι είναι ίσοι και ασφαλώς θα την παντρευτώ.

Είπε, και χάμου το ραβδί αγριόθυμος τινάζει 245 με χρυσοκάρφια κεντητό, κι' έπειτα πάει καθίζει. Κι' εκείθε ο άλλος φρένιαζε. Τότες πετιέται ολόρθος ο χρυσολάλος Νέστορας με τη γλυκιά τη γλώσσα, που κι' από μέλι τούχυνε φωνή πιο ζαχαρένια. Είχε ιδομένες διο γενιές ως τότες να περάσουν 250 στην Πύλο, που γεννήθηκαν πριν στα δικά του χρόνια και μεγαλώσαν, κι' όριζε τότες γενιά των τρίτων.

Αυτό εύχομαι κ' εγώ, είπεν ο Αγαθούλης· γιατί λογάριαζα να την παντρευτώ και το ελπίζω ακόμα. — Σεις, αυθάδη! του απάντησε ο βαρώνος, θάχετε την αναίδεια να παντρευθήτε την αδερφή μου, πόχει εβδομήντα-δυο γενιές! Σας βρίσκω πολύ ξετσίπωτο να τολμάτε να μιλάτε για ένα σχέδιο τόσο θρασύ!

Της εξέφρασε το πάθος του, τη διαβεβαίωσε, πως αύριο θα την πατρευότανε ενώπιον της Εκκλησίας, ή αλλέως, όπως θα ήτανε ευχαριστότερο στα θέλγητρά της. Η Κυνεγόνδη του ζήτησε ένα τέταρτο της ώρας να συνέρθη, να συμβουλευτή τη γριά κ' αποφασίση. Η γριά είπε στην Κυνεγόνδη: — Δεσποινίς· έχετε εβδομήντα δυο γενιές κι' ούτε ένα όβολο.