United States or Guatemala ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αν δε τύχη να είνε η ημέρα φθινοπωρινή, ο ουρανός μολυβδόχρους, να σείη υγρός άνεμος τα καλάμια, να παίζουν πάπιαι εις λίμνας σχηματισθείσας υπό προσφάτου βροχής και να παρελαύνουν επί της βορβορώδους λεωφόρου κοπάδια γάλλων και αμάξια μούστου και σανού, δεν χρειάζεται τότε μεγάλη δύναμις φαντασίας διά να υποθέση τις ότι κατώρθωσε δι' ενός πηδήματος να μετοικήση από την οδόν Αγίου Κωνσταντίνου εις χωράφιον της Βλαχίας.

Έχετε δω σιμά χωράφια; Εγώ δεν σας είδα άλλην φοράν. — Τώρα γρήγορα ταγοράσαμε. — Δεν μοιάζετε για χωραφάδες, είπεν η γυνή, παρατηρούσα το μαυρισμένον πρόσωπον και τας μολυβδόχρους χείρας του Γύφτου. — Σαν τι μοιάζομε; — Φαίνεσθε σαν Ατσίγγανοι. — Ειμπορεί να είμασθε κι' όλας, εμορμύρισε δυσμενώς ο Πρωτόγυφτος. Σε πειράζει τούτο τίποτες; — Όχι. — Τότε γιατί ρωτάς;

Σκαμπαβία μολυβδόχρους, ελαφρά ως εκ ναστοχάρτου, με τέσσαρα κωπιά, μας έφερε μετά του πλοιάρχου επάνω εις την αρμενίζουσαν ήδη σκούναν, ήτις μετά κομψής, χορευούσης παρθένου χάριτος, ανακόψασα ως εν χαιρετισμώ τον ελαφρόν της δρόμον υπέκλινε θαρρείς και μας εδέχθη, πηδήσαντας ευφροσύνως εις τας αγκάλας της, μητέρα τα παιδάκια της. Κ' ιδού εγώ τέλος επί της σκούνας. Εν τη θαλάσση.