Οργίλοι επέστησαν την προσοχήν Του εις τας κραυγάς των παίδων εν ταις αυλαίς του Ναού λέγοντες, «Ακούεις τι ούτοι λέγουσιν;» Αλλ' ο Ιησούς απήντησεν: «Ουδέποτε, ανέγνωτε, Εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων καταρτήσω αίνον;» Να ενθυμήθησαν τάχα, οι άνομοι, την συνέχειαν του στίχου, «ένεκα των εχθρών Σου, του καταλύσαι εχθρόν και εκδικητήν;»
Είνε πιθανόν, αν και όχι βέβαιον, ότι εγνώριζεν όλα τα μη κανονικά βιβλία των Εβραίων. Η βαθεία αύτη γνώσις των Γραφών δίδει μεγαλειτέραν σημασίαν εις την πλήρη θυμού ερώτησιν, την τοσάκις επαναλαμβανομένην. «Ουκ ανέγνωτε;» Η γλώσσα την οποίαν ο Κύριος ημών ωμίλει κοινώς ήτο η Αραμαϊκή.
Είσοδος εις Ιερουσαλήμ — Ο θρίαμβος. — «Ωσανά τω Υιώ Δαυίδ». — «Εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων». — Η Ιερουσαλήμ των ημερών εκείνων. — Ο Ιησούς κλαίει επί την πόλιν. — Τρομερά πλήρωσις της προφητείας Του. — Αγανάκτησις των Φαρισαίων. — «Τις εστιν ούτος;» — Ο Ιησούς και πάλιν αποκαθαίρει τον Ναόν. — Τα ωσαννά των παιδίων. — «Ουδέποτε ανέγνωτε;» — Οι Έλληνες οι θέλοντες να ίδωσι Τον Ιησούν. — Ομιλία του Ιησού. — Φωνή εξ ουρανού. — Εις το Όρος των Ελαιών.
Ο Ιησούς, αντί να τους απαντήση, τους παραπέμπει εις την πηγήν όπου ηδύνατο να ευρεθή η αληθής απάντησις. Αποκρινόμενος εις το «έστι νόμιμον;» διά του «ουκ ανέγνωτε;» υπομιμνήσκει αυτούς ότι ο Θεός, όστις εξ αρχής άρρεν και θήλυ είχε ποιήσει τον άνθρωπον, εσήμανε διά τούτου την θέλησίν Του ώστε ο γάμος να είνε η στενωτάτη και αδιαρρηκτοτάτη των σχέσεων υπερέχουσα και υπερβάλλουσα όλας τας λοιπάς.
Λέξη Της Ημέρας