United States or Venezuela ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Ιησούς, αντί να τους απαντήση, τους παραπέμπει εις την πηγήν όπου ηδύνατο να ευρεθή η αληθής απάντησις. Αποκρινόμενος εις το «έστι νόμιμονδιά του «ουκ ανέγνωτευπομιμνήσκει αυτούς ότι ο Θεός, όστις εξ αρχής άρρεν και θήλυ είχε ποιήσει τον άνθρωπον, εσήμανε διά τούτου την θέλησίν Του ώστε ο γάμος να είνε η στενωτάτη και αδιαρρηκτοτάτη των σχέσεων υπερέχουσα και υπερβάλλουσα όλας τας λοιπάς.

Ψήστης , σιδηρούν ή ξύλινον εργαλείον υπερείδον τον οβελόν, Δεμένοςτο δρομάρι. σ. 254 Δρομάρι παν επίμηκες ξύλον εν είδει λεπτής δοκού. Και τάφρυγεν η πύρη. σ. 254 Η εκ του πλησίον λίαν επαισθητή θερμότης καλείται πύρη , η δε υπερβάλλουσα της φλογός λάμψις, αναλαμπή . Φωτοκαμμένα ρεύουνε. σ. 255

Εν σελ. 181 ευρίσκομεν την τοσούτον θαυμασθείσαν σκηνήν των στριγγλών, εκ της οποίας παραθέτω δύο τετράστιχα γερμανιστί, διότι η υπερβάλλουσα κυριολεξία καθιστά αυτά αμετάφραστα: Einst halt'ich einem wüstem traum; Da sah'ich einem gespaltuem Baum. Der hatt eit loch So-es war, gefiel mir's dosk.

Το πυρ πάντοτε σβύνεται υπό του ψυχρού δρώντος επί του θερμού. Αλλά κατά την μάρανσιν σβύνεται διά της ελλείψεως τροφής, ένεκεν εξαντλήσεως. Υπερβάλλουσα θερμότης ταχέως εξαντλεί την προμήθειαν εναύσματος ως συμβαίνει εις τον πυρετόν ή εις το γήρας. Πλην τούτου οι πνεύμονες εν τω γήρατι γίνονται ξηροί και σκληροί, και δεν εκτελούσι καλώς ην έχουσι λειτουργίαν να κανονίζωσι την θερμοκρασίαν.