United States or Bhutan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εταράχθη ολίγον. Πλην ίνα μη αποφανή, λέγει προς τον παριστάμενον πάνοπλον κλητήρα. — Τα τσακμάκια σου, Γέρω-Γιάννη! Ο κλητήρ παρατηρήσας πάραυτα το ωραίον καρυοφύλλιόν του είδεν ότι έλειπε πάλιν η τσακμακόπετρα. Πλην ετοίμως εξάγει αυτήν εκ του θυλακίου και την τοποθετεί καταλλήλως, περισφίγγων αυτήν. — Πάλι ς' τη τσέπη; παρετήρησεν ο δήμαρχος. Έτσι θα κάμωμε το ρωμαίικο;

Καθώς πλησιάζει εις τα Μάγδαλα, το μικρόν χωρίον το προωρισμένον εις πάντα χρόνον να δανείζη το όνομά Του εις λέξιν εκφραστικήν της θειοτάτης συμπαθείας Τουκαθώς επιθυμεί να εισέλθη και πάλιν εις τας μικράς πόλεις και τας κώμας όσαι προσέφεραν εις την άστεγον κεφαλήν Του την μόνην σκιάν οικίας, ευρίσκει όλην την επίσημον υποκρισίαν της εκπτώσεως και της παρακμής του Ιουδαϊσμού ηκονημένην και πάνοπλον εναντίον Του!

Παρέστησεν αυτόν καθήμενον επί άρματος συρομένου υπό τεσσάρων πανθήρων ως το του Βάκχου• κρατούντα εις την δεξιάν χιλιόπηχυν σύριγγα, δι' ης ενεφύσα τας εντολάς του εις το ους των Προφητών· τίκτοντα εκ της κεφαλής οπλοφόρους δαίμονας, ως ο Ζευς την πάνοπλον Αθηνάν· φιλικώς συναναστρεφόμενον μετά των γραμμάτων του αλφαβήτου, άτινα ήσαν άγγελοι πτερωτοί, και αλέθοντα διά τεραστίας μυλοπέτρας το μάννα, δι' ου κατεσκευάζετο ο διαφανής άρτος των κατοίκων του παραδείσου.

Τι ήμην εγώ; πτωχόν και ασθενές πλάσμα, το οποίον εφαντάσθης να δημιουργήσης και εδημιούργησες· το οποίον εξαπέστειλες εις τον κόσμον, πάνοπλον ως την Αθηνάν, ίν' αντιπαραταχθή προς την Κακίαν, και συμμαχήση με την Αρετήν. . . Άφρον! ιδού τ' αποτελέσματα της πείρας της ανθρωπίνης, ιδού τα άχρηστα ναυάγιά της, συρόμενα επί της κλίνης σου. Δεν με ανεγνώρισες ακόμη; — Όχι. — Δεν με συνήντησες ποτέ;

Και αν συ δεν έβλεπες, διά να θαυμάσης το έργον σου, θα έβλεπον εγώ διά να θαυμάσω το ιδικόν μου. Τότε συ θα εγνώριζες την Σοφίαν από το σκότος της, και από το φως της εγώ. Πού ήτον η Σοφία του ανθρώπου κεκρυμμένη; Ουδαμού την συνήντησα. Μίαν πάνοπλον Αθηνάν είδον μόνον, αναπηδώσαν εκ των κρανίων των ανθρώπων, αλλά κινδυνεύουσαν να τυφλώση τον κόσμον με το δόρυ της.