United States or British Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εδώ είσαι, μπάρμπ’-Αλέξανδρε; — Εδώ. Μοναχός σου ήρθες; πού είνε η παρέα σου; — Μ' εγέλασε . . . Μην τα ρωτάς, μπάρμπ’-Αλέξανδρε. Όσα τροπάρια είξερακαι ξέρω πολλά ολίγαόλα τα είπα στον δρόμον. — Γιατί; φοβήθηκες; — Κρότιζε ο τόπος. Εσένα δεν σ' έμελε; — Όχι τόσο. Απ' του Βαραντά ήρθες; — Απ' το Πετράλωνο. Εσύ απ' του Βαραντά; — Ναι. — Δεν εφοβήθηκες, εκεί στο ρέμμα;

Δεν εφοβήθηκες, μωρέ, το Θεό! τη θάλασσα δεν εφοβήθηκες! Μα έχω τις ελπίδες μου!... Θάλασσα, μωρέ, αν είνε θαν το δείξη, αργάγλήγορα!... Είδα κ' έπαθα ώστε να τον ησυχάσω. Τέλος επήρε να νυχτώνη και κακά σημάδια άρχισε να δείχνη ο καιρός. Ο ήλιος εβασίλεψε μαραμένος πίσω από τη Σίφνο. Τα ουρανοθέμελα εσκούραναν και οι χαμηλές στεριές άσπρισαν γύρω σαν κιμωλία.

Ολομόναχος θα ήτον, αν δεν εβαστούσε στην αγκαλιά του μία μικρή κορασίδα. — Τον είδες από σιμά; — Όπως σας βλέπω, αφέντη. — Εκείνος σε είδε; — Θα με είδε. — Και δεν του ωμίλησες; — Εφοβήθηκα, αφέντη. — Τι εφοβήθηκες; — Μου φάνηκε σαν έξω απ' εδώ, αφέντη. — Και έφυγεν απ' εκεί; — Έφυγε. — Τον είδες πού διευθύνετο; — Τον είδα. — Ώστε ειξεύρεις τώρα πού είνε; — Δεν ξέρω, αφέντη.

— Ω! ανεφώνησεν. — Για τόσο πράμμα; του είπεν η μήτηρ του εξετάζουσα το τραύμα με την σπαρτιατικήν της αταραξίαν. Θέλεις να σ' ακούσουν να πουν πως εφοβήθηκες, γυιέ μου;