United States or Liechtenstein ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εισήρχετο και εξήρχετο του κελλίου, εκαθάριζε τα βιβλία, τους ονύχας και την κόμην της, ηρίθμει τους κόκκους του κομβολογίου και εμέμφετο τον ήλιον ως βραδέως προχωρούντα προς την Δύσιν. Αι σύντροφοι αύτης ζηλεύουσαι την εύνοιαν, ην απήλαυε παρά τη Ηγουμένη, και φοβούμεναι μη κατεσκόπευε τους λόγους, και τα έργα των απεμακρύνοντο απ' αυτής μετά δυσπιστίας.

Ενίοτε δε, κατά τας στιγμάς εκείνας της μεταμελείας, έκλαιε και εμέμφετο εαυτήν ως άδικον και δύστροπον μητέρα. Αλλά και εις την ταραχήν εκείνην του λογικού της δεν ελησμόνει και δεν παρέλειπε τας προφυλάξεις της· η πονηρία της διετηρείτο αμείωτος.

Άμα ιδούσα η Εφταλουτρού την νέαν, δεν παρετήρησεν ούτε το δέμα περί το μέτωπόν της, ούτε την οδύνην ην εξέφραζεν η μορφή της. Έν μόνον είδε. Το κάνιστρον με τα ενδύματα. Τότε δεν έχασε καιρόν, αλλ' έβαλεν ισχυράν κραυγήν, οποίαν μόνον νέα γυνή φωνασκός ηδύνατο να βάλη. — Έλα εδώ! έκραξεν αγρίως η Εφταλουτρού προς την εκείθεν της αιμασιάς γυναίκα, ήτις εμέμφετο αυτήν επί κλοπή.

Είναι η φωνή του Περικλή, Εκείνου η λαλιά. Έψαλλεν ο ταλαίπωρος, Κ' εμέμφετο βαρέως, Νεάνιδα αναίσθητον Κ' εστέναζε βαθέως, Με δακρυσμένον, θολερόν, Ρεμβώδη οφθαλμόν. Συνωφρυώθη αιφνηδόν Το γαύρον μέτωπόν του, Έπαυσε ψάλλων. Έγεινεν Ωχρόν το πρόσωπόν του, Κ' εκτύπα η καρδία του Τον έσχατον παλμόν. Αλλοίμονον!

Ο μεν Αργίλιος εμέμφετο του Παυσανίου δι' όσα έγραψε περί αυτού, τω διηγήθη λεπτομερώς όλα τα καθέκαστα, τω είπεν ότι ουδέποτε τον ενοχοποίησε κατά τας προς τον βασιλέα αποστολάς του, και εν τούτοις κατεδικάζετο να θανατωθή ως και οι άλλοι απεσταλμένοι· ο δε Παυσανίας συνωμολόγει την αλήθειαν τούτων, και παρεκάλει τον Αργίλιον να μη οργισθή διά τα συμβαίνοντα, αλλά να πεισθή και εξέλθη εκ του ιερού, βιάζων αυτόν να αναχωρήση ως τάχιστα και να μη γίνεται εμπόδιον εις τα ενεργούμενα.