United States or Norway ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο δε Αλκιβιάδης έδιδε τας συμβουλάς ταύτας εις τον Τισσαφέρνην και τον βασιλέα, αφ' ενός μεν διότι ευρισκόμενος πλησίον αυτών ενόμιζε τας συμβουλάς ταύτας ως αρίστας, αφ' ετέρου δε διότι έτρεφε την ελπίδα να επιστρέψη εις την πατρίδα του γνωρίζων ότι, εάν επρολάμβανε την καταστροφήν αυτής, θα ηδύνατο ημέραν τινά να επιτύχη διά της πειθούς την ανάκλησίν του· ενόμιζε δε ότι το καλύτερον μέσον, διά να πείση εις τούτο τους Αθηναίους, ήτο να φαίνεται ως επιστήθιος φίλος του Τισσαφέρνους.

Εν τούτοις οι Λακεδαιμόνιοι παρεδέχθησαν τοσούτω μάλλον προθύμως τας αιτήσεις των Χίων και του Τισσαφέρνους, όσω υπεστηρίζοντο αύται υπό του Αλκιβιάδου, τον οποίον δεσμοί ξενίας συνέδεον από πατρός εις υιόν με τον έφορον Ένδιον, χάριν δε των σχέσεων τούτων η οικογένεια του είχε παραδεχθή το Λακωνικόν όνομα Αλκιβιάδης, το οποίον έφερεν επίσης και ο πατήρ του Ενδίου.

Ο Αλκιβιάδης, ομιλών εν ονόματι του Τισσαφέρνους και επί παρουσία αυτού, τοσούτον υπερβολικάς αξιώσεις υπέβαλεν, ώστε οι Αθηναίοι, με όλην την θέλησιν πού είχαν να παραδεχθούν τα πάντα, εσκανδαλίσθησαν.

Εξελθόντες εκ της Μιλήτου, όπου οκτακόσιοι στρατιώται, και οι μετά του Χαλκιδέως ελθόντες Πελοποννήσιοι, και το ξενικόν επικουρικόν του Τισσαφέρνους, και αυτός ο Τισσαφέρνης παρών μετά του ιππικού του, συνεπλάκησαν με τους Αθηναίους και τους συμμάχους.

Κατέλαβαν δε οι Μιλήσιοι και το εν τη Μιλήτω οικοδομημένον υπό του Τισσαφέρνους φρούριον εξαίφνης επιπεσόντες, και εδίωξαν τους εν αυτώ φύλακας. Την πράξιν ταύτην επεδοκίμασαν οι σύμμαχοι και προ πάντων οι Συρακούσιοι· αλλ' ο Λίχας δεν ηυχαριστήθη.

Φθάσαντες εις την Τειχιούσσαν της Μιλησίας διενυκτέρευσαν εκεί και έμαθαν τα περί της μάχης παρά του Αλκιβιάδου, ο οποίος ήλθεν έφιππος. Ο Αλκιβιάδης τωόντι παρευρίσκετο εις την μάχην εκείνην και εμάχετο υπέρ των Μιλησίων πλησίον του Τισσαφέρνους.

Ο πεζός στρατός έμενε κατ' αρχάς απρακτών και περιμένων την επιστροφήν του Χαλκιδέως από την καταδίωξιν αλλ' επειδή ούτος εβράδυνε να επιστρέψη, κατηδάφισε το τείχος, το οποίον οι Αθηναίοι είχαν εγείρει εις το προς την ήπειρον μέρος της πόλεως των Τηίων· εβοήθησαν δε εις την κατεδάφισιν του τείχους και μερικοί βάρβαροι, τους οποίους είχε φέρει μαζί του ο Στάγης, ύπαρχος του Τισσαφέρνους.

Εντεύθεν δε ύστερον καθωρμίσθησαν εις την Λέσβον και ήρχισαν τας προετοιμασίας της πολιορκίας. Κατά τον αυτόν δε χειμώνα, ο Λακεδαιμόνιος Ιπποκράτης, ανεχώρησεν εκ Πελοποννήσου με δέκα πλοία των Θουρίων, διοικούμενα υπό του Δωριέως, του Διαγόρου, και δύο άλλων στρατηγών, έν της Λακωνικής και έν των Συρακουσών, και ήλθεν εις Κνίδον, η οποία είχεν ήδη αποστατήσει διά των ενεργειών του Τισσαφέρνους.

Αμέσως δε μετά την αποστασίαν της Μιλήτου έγινε δια της μεσιτείας του Τισσαφέρνους και του Χαλκιδέως η πρώτη συμμαχία των Λακεδαιμονίων μετά του βασιλέως έχουσα ως εξής : 18. «Οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοι συνωμολόγησαν συμμαχίαν μετά του βασιλέως και του Τισσαφέρνους υπό τας ακολούθους συμφωνίας : Όλη η χώρα και αι πόλεις πού κατέχει, ο βασιλεύς, ή κατείχαν οι προγονοί του, θέλουν ανήκει εις αυτόν.

Κατά την αυτήν δ' εποχήν οι εν τω ναυτικώ στρατιώται των Πελοποννησίων, οι οποίοι ήσαν εις την Μίλητον, εδυσφόρουν μεγαλοφώνως εναντίον του Αστυόχου και του Τισσαφέρνους, οι οποίοι, ως έλεγαν, κατέστρεφαν τα πράγματα.