United States or Uganda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι' ανάμεσό τους φαίνεται ο γέρο πολεμάρχος Σαν περατάρης γερανός που σέρνειτα φτερούγια Τα χηλιδόνια του Μαρτιού δαρμέν' απ' την αντάρα. Μ' ανέλπιστη παρηγοριά ο πεθαμένος κόσμος Το πονεμένο το κορμί ραντίζει του Θανάση, Κ' επίστεψεν από μακρά ότ' είδε το λημέρι Που την ψυχή του επρόσμενε. Ερρίζωσε η καρδιά του Βαθύτερατα σωθικά, του φώλιασετα μάτια Γλυκειά της μάνας του η ευχή.

Κινεί προς τα εμπρός τας χείρας του. Επιχειρεί να κινήση και τους πόδας του, νομίζων ότι το ευρύ πέλαγος είνε η θεσσαλική πεδιάς. Κύμα λευκόν τιναχθέν επί του βράχου ραντίζει το πρόσωπόν του. Υποχωρεί, πίπτει επί του σκοπέλου, απολλύμενος, έχων τους γυμνούς πόδας του κρεμαμένους εντός της θαλάσσης, ήτις κυματίζουσα, αφρίζουσα, απειλεί να τον περιβάλη.

Το κύμα παιγνιωδώς πιτσιλίζει την πρώραν, ως ποταμάκι ασημένιο. Και την ραντίζει ευλαβώς, επιχαρίτως ανασειομένην, με τον κάτασπρον Ηρακλέα της, θαρρείς και την θωπεύει, θαρρείς και την λούει, μητέρα το κύμα χαϊδεύουσα, το παιδάκι της. Μία γρηούλα, ως να προσεύχεται κάθηται συμμαζευμένη επί τινος βράχου λευκού, κατάμαυρη. Τίνος απερχομένου ναύτου να είνε η αγαπημένη μητέρα;