United States or Denmark ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μετά ταύτα η μήτηρ ήρχιζε να ζυμώνη, και έπλασε αρκεταίς κουλούραις μετ' αυγών, διά τον σύζυγον, επιδημούντα τοτε, διά την πενθεράν της, δι' εαυτήν, διά ταις κουμπάραις, ως και μικραίς «κοκκώναις» διά την Μόρφω, διά τον Ευαγγελινόν, διά τ' αναδεξίμια της και διά τα πτωχά παιδιά της γειτονιάς.

Ο Φάνης λοιπόν αυτός ή Φαέθων ή απλούστερον Έρως εγεννήθη πρώτος εκ του κοσμογονικού Ωού, του περικλείοντος εν σπέρματι ολόκληρον τον κόσμον, όστις εξ αυτού βαθμηδόν λαμβάνει ύπαρξιν, όπως τα πτηνά εκ των αυγών.

Προς εκτίμησιν της ευλαβούς αυτής προσηλώσεως εις τους κανόνας και τας παραδόσεις της ορθοδόξου μαγειρικής αρκεί να είπω, ότι τον απαιτούμενον προς βράσιμον των αυγών καιρόν ώριζεν ακριβέστατα διά της απαγγελίας δύο Ave Maria, και πρώτη εδίδαξε τον ευνοούμενον αυτής ψαράν να σκοτώνη άμα εξήγοντο του διχτύου με βελόνην τα μπαρμπούνια, πριν ή πικράνωσι την σάρκα των οι σπασμοί μακράς αγωνίας.

Εθραύσαμεν λοιπόν έν εκ των αυγών με πελέκεις και εξεκολάψαμεν ένα νεοσσόν άπτερον ο οποίος ήτο μεγαλείτερος από είκοσι γύπας. Εξηκολουθήσαμεν τον πλουν• όταν δε απεμακρύνθημεν έως διακοσίους σταδίους από την φωλεάν μας συνέβησαν θαυμαστά σημεία και τέρατα.

Εφέτος, δηλαδή κατά το έτος εκείνο της δυστυχίας διά τα δύο ορφανά, δεν ήτο πλέον εκεί ούτε ο πατήρ των, όστις έλειπεν, ούτε η μήτηρ των, ήτις επήγε μακρύτερα ακόμη. Αντί των δύο ήτο η γηραιά μάμμη, ρογχάζουσα επί της κλίνης και γογγύζουσα. Αντί των κοκκίνων αυγών, ήσαν αι φλέγουσαι εκ του πυρετού παρειαί της. Αντί των επιχρύσων λαμπάδων, ήσαν οι δύο τρεμοσβύνοντες και βλοσυροί οφθαλμοί της.

Το βάδισμα του ενθυμίζει τον επί αυγών χορόν των Ισπανίδων ή τους Ομηρικούς εκείνους, τους τρέχοντας δι' αγρών και λειμώνων χωρίς να θραύσωσιν ούτε τους στάχεις, ούτε τα κρίνα. Άλλοτε πάλιν, αφού διά μακράς εργασίας μεταδώση στιλπνότητα κατόπτρου εις το ατλάζινον αυτής δέρμα, προσέρχεται η γαλή να προσφέρη εαυτήν ούτω καλλωπισθείσαν εις τας θωπείας του κυρίου της.

Κατόπιν όλον εκείνο το Αναστάσιμον φως, όλη εκείνη η χαρά διεσπάρη μέσα εις τους οικίσκους της μικράς πολίχνης, έκαστος των οποίων μετεβλήθη εις ναόν εορτάζοντα με το αχόρταστον Πασχάλιον άσμα, ψαλλόμενον υπό το περίτεχνον τσούγκρισμα των αυγών, τα ανέκφραστον χάρμα των παιδιών, άτινα ηγρύπνησαν πρώτην φοράν διά την ηδίστην αυτήν απόλαυσιν, την στιλπνήν χαράν, ως το στιλπνόν κέλυφος του Πασχαλινού αυγού.

Τα δε μεγαλείτερα εκ των αυγών εκείνων χρησιμοποιούνται και ως καλύμματα της κεφαλής• το ήμισυ εκάστου εξ αυτών αρκεί διά να καλύψη την κεφαλήν. Εκεί λοιπόν παρά τα αυγά ενεδρεύουν αι διψάδες, και όταν πλησιάση άνθρωπος, εξέρχονται εκ της άμμου και τον δαγκώνουν, αυτός δε παθαίνει εκείνα τα οποία ανέφερα, και όσον πίνει τόσον περισσότερον διψά και ουδέποτε κατορθόνει να χορτάση νερόν.