Προεπορεύοντο ολίγα, σχηματίζοντα γωνίαν εμπρός εις ένα, ωσεί επί κεφαλής, είποντο άλλα εις τα πλάγια του δρόμου ραμφίζοντα εδώ κ' εκεί τας θαμνώδεις ονακάνθας και τους αύλακας· άλλα επλατάγουν τα πτερά των κ' εκυνηγούντο αίφνης άνευ αιτίας και άλλα ίπταντο μετά θορύβου άνω της κεφαλής των λοιπών, ερχόμενα εκ των όπισθεν προς τα εμπρός και τ' ανάπαλιν.
Αν έπλεον υπ' αυτό το φρούριον, ήτο ως να έδιδον είδησιν εις τους απίστους να κλείσωσι τας σιδηράς πύλας και να σηκώσωσι την γέφυραν. Οι δεκαπέντε ή δεκαοκτώ ούτοι άνδρες προεπορεύοντο πρόσκοποι, όπως εξαφνίσωσι τους απίστους, και μη προλάβωσιν εκείνοι να φυλαχθώσιν.