United States or Dominican Republic ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αντιλαλούσανε φωνές από τόπο σε τόπο, οι εργάτες που άρχιζαν και ξυπνούσαν, οι γυναίκες που τους τοίμαζαν το φαεί. Και στο χαμώγι του κάτω, και κει μουρμουρητά και σαλέματα. Κατεβάζει το τουφέκι του, χώνει στη ζώνη πιστολομάχαιρο, ξαναμαντιλώνει το κεφάλι του, κ' ίσια κάτου, από τη ξώσκαλα που έχει κάθε σπίτι στα μέρη εκείνα.

Κι' ήσυχος παρέκει ο νοικοκύρης ραβδί κρατώντας έστεκε χαρούμενος στον όχτο. Και κράχτες χώρια τοίμαζαν κάτου από λέφκα δείπνο, κι' έψηναν βόδι πούσφαξαν μεγάλο· κι' οι γυναίκες πολλά άσπρα αλέβρια αλέθανε, ταγή των δουλεφτάδων. 560 Και νιες και νιοι καλόκαρδοι μαζί όλοι κουβαλούσαν το γλυκοστάφυλο καρπό μες στα πλεχτά καλάθια.

Καρέγλες και σκαμνιά, φίλτισι και συντέφι, κι όσο για τα συνηθισμένα τα σπιτικά χρειασίδια, κοινό μέταλλο δεν τους ταίριαζε· χρυσωτά ή αργυρωτά και τα μισοστρόγγυλά τους τραπέζια, που δυο κοπέλλια δε σώνανε να τα σηκώσουν. Αρίφνητοι μάγειροι τοίμαζαν τα φαγοπότια τους, και σαν καθίζανε, γέμιζε ο αιθέρας αρώματα, φωταψίες και μουσικές.