United States or Togo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτά αγωνιών και πυρέσσων είπεν ο Γεροστάθης, διακοπτόμενος υπό σφοδροτάτου βηχός, ως ακολούθως μας έλεγον οι διδάσκαλοι.

Απήντησεν ο κυρ-Δημάκης, προσκλίνων και ασπαζόμενος την οστεώδη του ασκητού χείρα, ριγών, πυρέσσων. — Είνε καμμιά βάρκα εδώ; Ερωτά πάραυτα. — Τέτοια ώρα, πού να βρεθή βάρκα; Και προσέθηκεν ο ασκητής. — Μήπως επέσατε έξω τέκνον μου; — Μ' αφήσανε έξω, γέροντά μου! Απήντησε, θρηνών σχεδόν ο κυρ-Δημάκης· και διηγήθη εν συντόμω το συμβάν. — Πειρασμός τέκνον μου, πειρασμός!

Κι' ενώ πυρέσσων κείμαι θαρρώ 'στην γην πως είμαι πριν γίνη φως και σκότος κι' ο άνθρωπος ο πρώτος. Παρήλασαν εμπρός μου ως λάμψεις και σκιαί Βασίλεια του κόσμου κι' αιώνων γενεαί. Είδα το σκυλολόγι τοσούτων πεινασμένων, και τον Αδάμ να τρώγη τον απηγορευμένον. 'Στάς φλόγας των Γομόρων νομίζω πως εκάην, κι' είδα τον αιμοβόρον και θηριώδη Κάιν.