Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Νίκος τούχε πη του γιατρού για την αρρώστια της Βεργινίας στο δρόμο πούρχονταν, και για την κούρα που της είχε κάνει ως τα τώρα ο άλλος ο γιατρός ο γυναικολόγος που τον είχε συστήσει ο μάστοράς του γιατ' είχε λέει κάνει θάματα στη γυναικάδερφή του. . και γι’ αυτό τον έφερνε ακόμα εξακολουθητικώς, ειδεμή και βέβαια θάπαιρνε του λόγου του πούτον και της συνοικίας.

Νά σου άξαφνα ο Μίμης που κατεβαίνει τις ασκάλες. Του φωνάζουν οι φίλοι του Νίκου, πούτον και δικοί του, να τον κεράσουνε-γιατί δεν τόξεραν πως ήταν ψυχραμένοι με το Νίκο. Χαιρέτησε ο Μίμης κ’ ήρθε κ’ έκατσε. Ο Νίκος τον πήρε αψήφιστα το χαιρετισμό.

Μη, Νίκο. Φοβάμαι. Νάξερες πως φοβάμαι. Θέλω να γυρίσω πίσω στο ξενοδοχείο. Άφισέ με να γυρίσω. ΝΙΚΟΣΕίσαι ανόητη, Δώρα. Τι λόγια είναι αυτά που λες; Έλα μαζή μου. ΔΩΡΑΌχι Νίκο, να χαρής, μη με βιάζης. Αύριο πάλι. Αύριο θα ξανάρθω σου το ορκίζομαι. Άφισέ με να γυρίσω τώρα. ΝΙΚΟΣΩραία! Αύριο. Ακόμα δε κάναμε δυο βήματα, δεν είπαμε τίποτα και θέλεις να γυρίσης. Κι' αύριο πάλι τα ίδια.

Αχ, Κυρία Βεργινία, Κυρία Βεργινία μου ! δεν ακούτε ; ελάτε να σας σηκώσουμε με τον κύριο Νίκο ! Αχ, τώρα τι θα γίνουμε! -κ' έστριβε τα χέρια της, αποπάνω από το κορμί της Βεργινίας το κοιτάμενο, μέσα στην κάμαρη τη γεμάτη κρυφοσάλευτους ήσκιους και φως φανταστικό απ’ το μυστικό φεγγάρι, που έμπαινε τώρα από δυο μεριές: απ’ το παράθυρο κι απ’ την ανοιχτή την πόρτα της αυλής. . . Σήκωσε ο Νίκος με τη Λιόλια την ξέπνοη Βεργινία σαν πούπουλο !-και την απίθωσαν απάνω στο κρεββάτι.

Καλή 'ναι η ιδέα σου! Τώρα πούμαι κ’ εγώ εδώ να πάη κι ο Κυρ Νίκος να πάρη λιγουλάκι αέρα.

Ο Νίκος ήτο κατά δύο μόλις έτη πρεσβύτερός μου, ώστε δεν υπηγόρευσεν εις την μητέρα μου την εκλογήν το ώριμον της ηλικίας του. Είμεθα νέοι και οι δύο, βεβαίως δε σέβας δεν μου ενέπνεεν ο Νίκος. Το προτέρημά του ήτο ότι, συγγενής αφωσιωμένος, εθυσιάζετο κατά γράμμα χάριν όσων ηγάπα.

Τρανές αποδείξεις ... ΝΙΚΟΣΌχι δα και τόσο τρανές. Οι ξαδέρφες δε θάνε τόσο απαιτητικές ... ΔΩΡΑΔε με φοβίζετε. Είμαι έτοιμη. ΦΛΕΡΗΣΈλα λοιπόν. Βάλε το καπέλο σου. Ο κ. Νίκος έχει μια πρόταση να σου κάμη. ΔΩΡΑΜια πρόταση; Θα πάτε με τη βάρκα. ΔΩΡΑΔεν είπα όχι. Πολύ ευχαρίστως. ΝΙΚΟΣΚύριε Φλέρη, αποσύρω τα παράπονα των ξαδερφάδων. ΜΙΣΤΡΑΣΈτσι μπράβο!

Ο Νίκος τραβήχτηκε πίσω, απότομα. Τα λουλούδια απομείνανε σκόρπια για πολλήν ώρα απάνω στο κρεββάτι της Βεργινίας, σαν απάνω σ’ ένα νεκροκρέββατο νεκροστολίζοντας μια ζωντανή . . . Η Λιόλια, μόλις μπήκανε μες την κάμαρη, κατέβηκε στην κουζίνα και δεν ξανανέβηκε παρά μόνο σαν έφερε να φαν ψωμί.

Άνοιξε τα χείλια της τα παννιασμένα να του χαμογελάση κ’ είδε ο Νίκος τα γουλιά σαν από ξέθωρο, σβησμένο κοράλλι, πούκαναν τα δόντια της να φαίνονται κατακίτρινα.

Όποιος φθάση πρώτος περιμένει τους άλλους. — Σύμφωνοι, ανέκραξεν ο Νίκος. — Πώς λέγεται το μέρος, διά να ηξεύρω εάν χάσω τον δρόμον; — Θα σας δώσω οδηγόν, υπέλαβεν ο Κ. Μελέτης, εάν επιμένετε να υπάγετε έως εκεί. — Ευχαριστώ. Επιθυμώ πολύ να ίδω την θέαν από το ύψωμα εκείνο. — Φαίνεται ο κόσμος όλος απ' εκεί, είπε μετά θαυμασμού ο Κ. Σπυράκης. — Πώς λέγεται το μέρος; τον ηρώτησα και πάλιν.