United States or Gibraltar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Απομακρυνομένου του κινδύνου, ελύοντο βαθμηδόν οι συνέχοντες τα ιταλικά στόματα γλωσσοδέται• η δε ηχώ του θόλου επανέλεγε λόγους ασυναρτήτους, υποσχέσεις κηρίων εις την Παρθένον, ανδρών αντεγκλήσεις, Αγίων επικλήσεις και φρικώδεις κατά του Bombardatore αράς.

Ειδέ τα πλήθη εγώ να πω και ναν τα νοματίσω, κι' αν είχα δέκα στόματα και γλώσσες δε μπορούσα, κι' αν άσπαστη είχα τη λαλιά και σίδερο τα στήθια. 490 Όμως θα πω τους αρχηγούς και χώρια κάθε αρμάδα.

Έλα, ησυχάστε! αφήστε τον πατέρα σας να ξανασάση! εφώνει προς το στίφος των πολιορκητών η κυρά Δημήτραινα, εύσωμος και πορφυρόχρους μεσήλιξ, ης τα σπαργώντα στήθη, ανέτως αναπτυχθέντα υπό τα λαίμαργα στόματα δέκα ευρώστων νηπίων και ουδένα ποτέ γνωρίσαντα στηθόδεσμον, εκυμαίνοντο μεγαλοπρεπώς μόλις συγκρατούμενα υπό των πτυχών του χιτώνος της.

Ο κόπος του ταξειδίου ήτο ανεπαίσθητος, παραβαλλόμενος προς τας ανησυχίας, τας οποίας εδοκίμαζεν ήδη από των τόσων διαδόσεων και από των πολλών των άλλων γυναικών παροτρύνσεων. — Τι κάθεσαι; της έλεγεν η μία. — Ακόμα εδώ είσαι; της έλεγεν η άλλη. — Ο Λαλεμήτροςτην Αθήνα, μέσατα χρυσά παλάτια, και συ κάθεσαι ακόμα; επανελάμβανον τα στόματα του χωρίου όλα.

Ένα από 'κείνα τα κακά, τ' απύλωτα στόματα, που τίποτα δεν τα κρατεί, που θέλουν να μιλούνε και ας γίνη ό,τι γίνη, είπε της Σμαραγδούλας πως ο Ζώης είπε, τάχατες φανερά, πως δε θέλει να τήνε ξέρη, πως την περιφρονεί και πως αν περνά, περνά μόνο για να την προσβάλη με τον τρόπο του, γιατί αυτό και της πρέπει.

Ζωντάνεψαν τα μάρμαρα πούταν βουβά και κρύα Κ' έμμορφα βασιλόπουλα πεζά κι' αρματωμένα Ντυμένα μέσ' 'ς το μάλαμμα τα λόγγα πηλαλάνε Κι' απ' όλα των τα στόματα 'σαν μια φωνή γροικιέται: — Ποιος είν' αυτός οπώκαμε τέτοιο καλό μεγάλο Το βιο να του χαρίσουμε και ταις χρυσαίς κορώναις!

Μα πώς θα χαθούν τόσες ψυχές, πώς θα κλείσουν τόσα σπίτια, πώς θα πεινάσουν τόσα στόματα, πώς θα καταντήση ένας χοντρονοικοκύρης φτωχός, πώς θα χαθή ένα όμορφο πλεούμενο δε σε μέλει. Καρφί δε σου καίγεται! Καλά το λοιπόν κάμε ό,τι δύνασαι· θα κάμω κ' εγώ ό,τι μπορώ.

Και αυτό δε ακόμη δεικνύει μεγάλην εκ μέρους σας καταδεκτικότητα και ευγένειαν· πώς, όταν λέγετε ότι δεν υπάρχει τίποτε ούτε ωραίον, ούτε καλόν, ούτε λευκόν, ούτε τίποτε τέτοιο, και ότι κανένα πράγμα δεν διαφέρει από ένα άλλο, είναι η αλήθεια, και με όλα σας τα δίκαια το καυχάσθε και σεις, πώς ράπτετε τα στόματα των ανθρώπων· αλλά συγχρόνως όχι μόνον των άλλων, αλλά και τα δικά σας τα στόματα φαίνεσθε να ράπτετε· πράγμα το οποίον είναι πολύ λεπτόν εκ μέρους σας, και αφαιρεί από τας συζητήσεις σας κάτι που θα ήτο πολύ φορτικόν διά τους άλλους.

Και σαν πλακώση ο άλλος τρύγος ανοίγει τα βαρέλια και ποτίζει τη γη με δαύτο. — Χόρτασε γη μου, της λέει λυπημένα· από να το πιουν ανάξια στόματα, καλήτερα εσύ να το πάρης στα σπλάχνα σου. Ο γέρο Μαλαματένιος μηχανεύεται χίλια δυο πράματα. Κόβει ξύλα και τα πουλεί στα σπίτια· κόβει έλατα και φτιάνει κλειδοπίνακα, βαρελάκια, τσότρες, ξυλοκάνατα.

Αλλ' η ατέλεια αυτή της τέχνης επηύξανε την αγριότητα του απεικονίσματος, ιδίως περί την παράστασιν των δύο κρανίων. Τα άνισα ανοίγματα των οφθαλμών είχον τι το υπέρ φύσιν αποτρόπαιον. Αι γυμναί σιαγόνες διεστέλλοντο εις τρόπον ώστε τα άνευ χειλέων εκείνα στόματα εφαίνοντο γελώντα σατανικόν γέλωτα.