United States or Democratic Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το καταχάρηκαν τούτο οι Καλόγεροι, που θαρρούσανε, λέει, πως κάποιος Δαίμονας είταν και τους μπόδιζε να γκρεμήσουν το Ναό, ώσπου σοφίστηκε ο Μάρκελλος τον τρόπο! Όρμησαν ύστερα και στους άλλους ναούς, και λίγοι έμειναν απάνω στα θεμέλιά τους. Τα ίδια έπαθε κι ο άλλος, ο ακόμα πιο περίφημος ναός του Σεράπι στην Αλεξάντρεια.

Τούτοεμένα ξεμυστηρεύθηκαν αυτοί και ακόμη ετρέμαν. Κ' εγώ την τρίτην νύκτα εφρούρησα μαζί τους· και αυτούτην ίδιαν ώραν, με το ίδιο σχήμα, απαράλλακτα ως είχαν περιγράψη εκείνοι, το φάντασμ' ήλθεν· έχω, Κύριε, γνωρίση τον πατέρα σου· το 'να χέρι μου με τ' άλλο δεν ομοιάζουν τόσον. ΑΜΛΕΤΟΣ Αλλά πού συνέβη τούτο; ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Κει, 'πού 'μασθε φρουρά, 'ς τον προμαχώνα.

ΑΜΛΕΤΟΣ Τι ώρα είναι; ΟΡΑΤΙΟΣ Ολίγο από την δωδεκάτην, νομίζω, λείπει. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Σφάλλεις· είναι βαρημένη. ΟΡΑΤΙΟΣ Λέγεις; δεν τ' άκουσα· λοιπόν σιμόν' η ώρα που να περιπατή το πνεύμα εσυνηθούσε. Τι δηλοί τούτο, Κύριέ μου;

ΑΜΛΕΤΟΣ Καλεί με πάλι. — Πήγαιν' εμπρός· κ' εγώ θέλει σε ακολουθήσω. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Κύριέ μου, δεν θα πας. ΑΜΛΕΤΟΣ Μακράν τα χέρια, λέγω! ΟΡΑΤΙΟΣ Άκουσε! δεν θα πας. ΑΜΛΕΤΟΣ Η μοίρα μου κραυγάζει, καιτο κορμί μου κάθε αρμόν ενδυναμόνει ωσάν τα νεύρα του θηρίου της Νεμέας . Καλούμαι ακόμη; — Κύριοι, λύσετέ με, αλλέως θα κάμω πνεύμα εκείνον οπού μ' εμποδίζει.

ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Ιδέ, μ' ανοικτό βήμα τραβιέται! ΟΡΑΤΙΟΣ Στάσου! Ομίλει! σ' εξορκίζω, ομίλει! ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Εχάθη και ν' αποκριθή δεν θέλει. ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Τώρα, Οράτιε, τι; συ τρέμεις κ' είσαι αχνός· δεν είναι το πράγμα κάτι πλέον παρά φαντασία; Πώς το εξηγείς; ΟΡΑΤΙΟΣ Μα τον Θεόν, δεν θα ημπορούσα να το πιστεύσω δίχως την ομολογίαν την αισθητήν και αληθινήν των οφθαλμών μου.

ΟΡΑΤΙΟΣ Και όμως ως ζω και υπάρχω τούτ' είναι η μόνη αλήθεια, Κύριε σεβαστέ μου, κ' είπαμεν ότι μας επρόσταζε το χρέος να σου τα κάμωμε γνωστά. ΑΜΛΕΤΟΣ Τωόντι, ω φίλοι. Αλλά το πράγμα με ταράζει. Θα φρουρήτε απόψε; ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ και ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Κύριε, θα φρουρούμε. ΑΜΛΕΤΟΣ Αρματωμένος λέγετε; ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ και ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Αρματωμένος, Κύριέ μου. ΑΜΛΕΤΟΣ Όλος από την φτέρναντην κορφήν;

Συ, αχρείε! κακούργε, αχρείε, με γλυκόγελοτα χείλη! Πού είσαι, Κύριέ μου; Ο Θεός να τον φυλάξη. Γένοιτο. Ω Κύριέ μου, ω! ΑΜΛΕΤΟΣ Καλέ μου, ω πουλί μου , έλα, κατέβα! Εισέρχονται ΟΡΑΤΙΟΣ και ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Τι συμβαίνει, Κύριέ μου; ΟΡΑΤΙΟΣ Τι νέα, Κύριε; ΑΜΛΕΤΟΣ Θαυμαστά! ΟΡΑΤΙΟΣ Δεν μας τα λέγεις, καλέ μας Κύριε; ΑΜΛΕΤΟΣ Όχι· τα κοινολογείτε. ΟΡΑΤΙΟΣ Εγώ 'χι, Κύριε, 'ς τον Θεόν.

ΑλκιβιάδηςΚοριολανός, ΤιμολέωνΑιμίλιος Παύλος, ΠελοπίδαςΜάρκελλος. — Ο επιτήδειος και αλλοπρόσαλλος Αθηναίος συγκρίνεται προς τον ικανόν, αλλά πολεμήσαντα την πατρίδα του Κοριολανόν. Ο ενάρετος δε Τιμολέων προς τον αγαθόν στρατηγόν της Ρώμης. Και των Θηβών ο υπερασπιστής παραβάλλεται προς τον Μάρκελλον. Τόμος Γ'. Δρ. 3. —

ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ Καλή σας νύκτα. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Χαίρε, τίμιε στρατιώτη· ποιος σ' άλλαξε; ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ Την θέσιν μου ο Βερνάρδος έχει. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Ε! φίλε Βερνάρδε! ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Λέγε, — ο Οράτιος είν' εκεί; ΟΡΑΤΙΟΣ Κάπως εκείνος . ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Καλώς ήλθες, Οράτιε, και συ, Μάρκελλέ μου. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Λοιπόν κείνο το πράγμα εφάνη απόψε πάλι; ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Τίποτ' εγώ δεν είδα.

ΟΡΑΤΙΟΣ Δύο νυκτιαίς, εις την αράδα, τούτ' οι φίλοι, ο Μάρκελλος με τον Βερνάρδον, 'ς την φρουράν τους, 'ς την νεκρήν κ' έρμην ώραν του μεσονυκτίου, απάντησαν το εξής· μορφή 'σάν του πατρός σου, όλη με τ' άρματα πατόκορφα ζωσμένη, φαίνετ' εμπρός τους, και με βάδισμα γενναίο αργά και μεγαλοπρεπώς περνά σιμά τους· και τρεις εβάδισε φοραίς, εις διάστημ' όσο το σκήπτρο 'πού φορούσ', εμπρόςτα τρομασμένα Θαμπά τους μάτια· και απ' του φόβου την ενέργειαν εκείνοι στραγγισμένοι ωσάν πηκτή παγόνουν, στέκουν βουβοί, δεν του ομιλούν.