United States or Malta ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επειδή δε ότε έφθασαν ήτο νυξ και εύρον την γέφυραν λελυμένην, εφοβήθησαν υπερβολικά μήπως τους εγκατέλιπον οι Ίωνες. Πλησίον του Δαρείου ήτο Αιγύπτιος τις έχων φωνήν δυνατωτάτην από όλους τους ανθρώπους. Αυτόν τον άνθρωπον διέταξεν ο Δαρείος να σταθή εις την όχθην του Ίστρου και να καλέση τον Μιλήσιον Ιστιαίον.

Οι λαοί ανεγνώρισαν το ιστίον του επιστρέφοντος πλοίου, και πολύ πριν φθάση εις την όχθην, τα πλήθη συνηθροισμένα τον επερίμεναν και τον υπεδέχθησαν ευφροσύνως. Πρώτον ο Ιησούς επεσκέφθη την Καπερναούμ, ήτις εθεωρείτο νυν ως ιδία Αυτού πόλις. Μετέβη εις την οικίαν, πιθανώς την του Πέτρου, την οποίαν συνήθως μετεχειρίζετο οσάκις διέτριβεν εις Καπερναούμ.

Από της οικίας, ίσως διά να δυνηθώσι περισσότεροι ν' ακούσωσιν, ο Ιησούς φαίνεται ότι εξήλθεν επ' ολίγον εις την όχθην, κ' εκείθεν, αφού εδίδαξεν, ήλθεν εις την οικίαν του Ματθαίου, εν η ο τελώνης, όστις ήτο νυν Απόστολος, είχε παρασκευάσει μέγα συμπόσιον αποχαιρετισμού προς τους φίλους του.

Οι θεαταί εν τούτοις εταλάνιζον τον δυστυχή χωρικόν, όστις δι' εκατόν φλωρία, ως έλεγον, απεφάσισε να διακινδυνεύση την ζωήν του. Αλλ' ο γενναίος χωρικός μετά πολύν αγώνα και κίνδυνον κατορθόνει να παραλάβη εντός του πλοιαρίου την οικογένειαν, και σώαν ν' αποβιβάση αυτήν εις την όχθην εν τω μέσω της γενικής χαράς των περιεστώτων.

Θα είναι μαγεία εκείείπεν η Μπαμπέττα. Πάλιν είχε μεγίστην όρεξιν να μεταβούν εκεί και αυτός ο πόθος ημπορούσε ομοίως να πραγματοποιηθή· εις την όχθην ήτο κάποιο ακάτιον, εύκολον ήτο να λύσουν το σχοινί, με το οποίον ήτο δεμένο, κανένα δεν έβλεπαν να τον παρακαλέσουν να τους δώση την άδειαν να το μεταχειρισθούν, και έτσι συντόμως χωρίς διαδικασίαν επήραν το ακάτιον· ο Ρούντυ μάλιστα ήξευρε να μεταχειρίζεται τα κουπιά.

Μετά τοσαύτας περιπλανήσεις απεδήμησε τέλος πάντων ο πολυπαθής γέρων εις τας αγνώστους εκείνας όχθας, αφ' ων δεν υπάρχει επιστροφή. Ο θάνατος κατέλαβεν αυτόν εις το κελλίον του καλού ερημίτου Αρκούλφου, όστις εμόναζε παρά την όχθην του Μαγάνου πλέκων εγκώμια εις τους Αγίους και καλάθια εις τους αλιείς.

Εις τοιαύτην ευρίσκετο διάθεσιν, ότε εσπέραν τινά, πλανωμένη παρά την κοίλην όχθην του Πειραιώς, όπου είχεν υπάγει ν' αποχαιρετήση τον φίλον της Νικήταν επιστρέφοντα εις Κωνσταντινούπολιν, είδεν εισερχόμενον εις τον λιμένα ξένον πλοίον, του οποίου τα λευκά πανία τη εφάνησαν πτερά αγγέλου, ερχομένου να λυτρώση αυτήν εκ της γης εκείνης της εξορίας.

Και ενώ οι νέοι συνεμορφούντο με το πρόσταγμά του, ο αρχηγός με ωδήγει πόθεν να καταβώμεν, πώς να καταλάβωμεν τον ποταμόν, πώς να κρυφθώμεν υπό την προέχουσαν όχθην του, ταύτα δε πάντα άνευ της ελαχίστης μνείας της προηγηθείσης μεταξύ μας σκηνής. Την είχεν άρά γε λησμονήσει τόσον ταχέως; Δεν ηδυνάμην να εξηγήσω το πράγμα.

Οι κακότροποι ούτοι, συναντήσαντες αυτήν παρά την όχθην της Φούλδας απλώνουσαν εις τον ήλιον τον χιτώνα του ανδρός της, όστις μη έχων άλλον εκρύπτετο ως ο Οδυσσεύς υπό τον σωρόν ξηρών φύλλων, περιμένων να ξηρανθή ο πλυθείς, ήπλωσαν κακείνην επί της χλόης και διά της βίας της υπενθύμισαν τον αληθή επί της γης προορισμόν της γυναικός.

Ταύτα λοιπόν επέμφθησαν εμπρός, οι πρόδρομοι δε των Σκυθών συνήντησαν τους Πέρσας απέχοντας τριών ημερών οδόν από του Ίστρου. Οι Σκύθαι έφθασαν τον ποταμόν τούτον και τον διέβησαν· οι Πέρσαι τον διέβησαν και αυτοί και τους κατεδίωκον εις την άλλην όχθην. Αμφότεροι δε, διεξελθόντες την χώραν των Σαυροματών, έφθασαν εις την των Βουδίνων.