United States or Mauritius ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το φόρεμά μου ήτο «μεταξωτόν, καθόσον δε ανηρχόμην την κλίμακα, ο ήχος του μοι εφαίνετο «ως ο κρότος φάσματος διώκοντός με. Έφθασα επί τέλους εις τον κοιτώνα «μου. Ο σύζυγός μου εκοιμάτο βαθέως. Έρριψα επί της τραπέζης τον «λύχνον, αλλά δεν είχον την δύναμιν να τον σβύσω. Χωρίς δε να λάβω τον «καιρόν να εκδυθώ ερρίφθην επί της κλίνης μου.» Η μήτηρ του Μάλκομ ήτο θυγάτηρ του γέροντος Σιβάρδου.

Η μαγγανεία του βλέμματος και της φωνής η γλυκύτατης, με κατέστησαν του Φάσματος δούλον. Η δε γλώσσα μου, της θελήσεώς μου εκφυγούσα, απήντησεν: — Εμπρός λοιπόν, σε ακολουθώ, Δαίμων σκότιε, όστις κατέκτησες και εξευτέλισες το φως. Και ιδού αμέσως ενώπιόν μου παράδοξος αγορά, ω Διδάσκαλε. Πλήθος ανθρώπων αγοράζει και πωλεί· πλούσιοι και πένητες εις τας διόδους συνωθούνται.

Πολύ τον πιέζει, πολύ τον στενοχωρεί η μόνωσίς του. Τόσον, όπου η φιλοσοφία, ης επικαλείται την αρωγήν, υποχωρεί ανίσχυρος προ του μαύρου φάσματος πραγματικής συμφοράς.

Ανθρώπινον πλάσμα, μονάζουσά τις, εκ των τότε διαιτωμένων εν τη μονή, ή μοναχός εκ των πάλαι ακμασάντων βαστάζων δέλετρον, εκ των μονοπλεύρων εκείνων και ετεροφαών και διαβαίνων εν νυκτί διά των θλιβερών τούτων διαδρόμων, θα παρείχεν όψιν φάσματος εξελθόντος αρτίως εκ της τελευταίας του κατοικίας όπως επισκεφθή άπαξ έτι τα δώματα ταύτα, εν οις έζησέ ποτε τον πρόσκαιρον βίον.

Ότε δε παραμερίσασα την μακράν κόμην του επέψαυσα διά των χειλέων το μέτωπόν του, φοβούμενος μη ηπατάτο υπό φάσματος νυκτερινού εψηλάφει την εσθήτα, τας χείρας και την λυτήν κόμην μου ίνα πεισθή ότι ήμην εγώ, ότι την αγίαν Λιόββαν είχεν ημίγυμνον και μειδιώσαν ενώπιον αυτού.

Εκείνη ύψωσε δειλά την κεφαλήν και το βλέμμα . . . Ο Κλέων έρρηξε κραυγήν άλγους . . . . Ενώπιόν του ίστατο η σύζυγός του, ή μάλλον ένας σκελετός ρακένδυτος, εμπνέων οίκτον . . . . Έκαμεν έν βήμα εμπρός ακόμη, αλλοφρονών και τείνων τας χείρας, ως ενώπιον φάσματος . . . . Παρήλθον ολίγα δευτερόλεπτα, στιγμαί αγωνίας, καθ' ας ο Κλέων εζήτει να συγκρατήση τας σκέψεις του . . .

Δεν ετρόμαξα, δεν εκινήθην καθόλου· σμήνος ανεκφράστων σκέψεων, παραχθεισών εν εμοί εκ της θέας του ύφους, της στάσεως και του βαδίσματος του φάσματος, εισέρρευσαν με ορμήν εν τω εγκεφάλω μου, με παρέλυσαν, με απελίθωσαν, Την εθεώρουν ακίνητος, ενώ επί των σκέψεών μου εβασίλευε παράφορος αταξία και ανήσυχος ταραχή.

Μόναι σκηνικαί προπαρασκευαί ήσαν εξ ανάγκης τα έπιπλα του εστιατορίου, ο δε Τάλμας απήγγειλε τους γαλλικούς στίχους της ψυχράς του Ducis παραφράσεως. Εν τούτοις οι ακροαταί κατελήφθησαν υπό φρίκης. Δεν είχε χρείαν φάσματος άντικρύ του. Οι ιδόντες αυτόν έλεγον ότι έβλεπον το φάσμα εις τους οφθαλμούς και την φωνήν του ηθοποιού. Β'. &Ο Μάκβεθ.& &Χαίρε, ω Μάκβεθ! Βασιλεύς μετέπειτα θα γείνης&