United States or Belgium ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μια κόρη μ' εβαλάντωσε, μια κόρη, ... ανάθεμά την! — Και ποια είν' εκείνη πώρριξε του γυιού μου την αγάπη; — Η ζηλεμμένη Αναστασιά κ' η μοναχή της χήρας. Την αγαπούσ' από μικρή και τώκρυφτα βαθειά μου, Ούτε 'ςτ' αστέρια τώλεγα, ούτε και 'ςτό τραγούδι, Μόν' καρτερούσα μάνα μου, τόσον καιρό μ' ελπίδα.

Όμως δεν πήγες και γυρίζοντας στους μαθητές σου, φώναξες, μάννα και πατέρα σου και αδερφός είν' όποιος εκτελεί της εντολές σου! Ο πόνος μου πρέπει να μένη μέσα μου κρυφός. Η ΜΑΝΝΑ. Τι λέει; Δε μιλά σε μένα. . . ωιμένα! Μα δεν σας τώλεγα ότι μου τώχουν ποτισμένο κάποιο φίλτρο μαγεμένο;

Εγώ είμαι καλός άνθρωπος! είπε, κ' έκρυψε το πρόσωπο με τα χέρια του, κ' εβγήκε, και δεν εκαλονύχτισε!.. — Θωρείς, μητέρα; Είπε τότε ο Χρηστάκης. Σε τώλεγα και δεν το πίστευες. Εσκότωσεν άνθρωπο, και τον πιάνει το αίμα. Όλος ο κόσμος το λέγει και συ δεν το πιστεύεις. Άμα πης πως ξεύρεις κάτι τι που έκαμενας είναι και για δοκιμή μονάχαθαρρεί πως του λες για το φονικό.

Διά τούτο ο καπετάν- Παρμάκης πληροφορηθείς περί της νέας δημοπρασίας εγέλασεν, ευχαριστημένος, διότι επέτυχεν εις τας υποψίας του: — Δε σου τώλεγα, μωρέ παιδί μου, δε σου τώλεγα εγώ, μωρέ Γιωργή μου! Επανελάμβανε κατόπιν τρατάρων τσίπουρο όλους τους εν τω οινοπωλείω πέρα- πέρα. Ο κυρ-Δημάκης όμως ήτο σύννους μετά ταύτα.

Τούτο μόνον είνε γνωστόν, ότι κατά το μεσημέρι, ενώ ο Σαϊτονικολής εγευμάτιζεν, είδεν εισερχόμενον τον αποστάτην, ταπεινόν και συνεσταλμένον. — Επέρασέ σου; του είπε μειδιών. Καλά τώλεγα 'γώ. — Συμπάθησέ μ' αφέντη, είπεν ο Μανώλης με ήθος οσίου και σκύψας ησπάσθη το πατρικόν χέρι. Όποια θες θα πάρω. — Εκείνη που θέλω εγώ τήνε κατέχεις. Τήνε λένε Πηγή.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ Πώς; θάνε κοινός ο βίος; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Πρόφθασε να φας σκατά! ΒΛΕΠΥΡΟΣ Μπα, κοινά θάνε κι' αυτά; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ δυσανασχετούσα• Μας τον γάμησες τον λόγο! θα σου τώλεγα και τούτο. Πρώτα πρώτ' απ' όλα τάλλα θα μοιράσουμε τον πλούτο• κι' ό,τι ο καθένας έχει• θα χωρίσω και τη γη ισα μερδικά να βγη.