United States or Brunei ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όλοι τον υπωπτεύοντο, όλοι τον απεδίωκον· όπως αποδιώκουν σκύλον από τας οικίας κατά την ώραν της θυέλλης, γνωρίζοντες εκ παραδόσεως ότι το τρίχωμά του προσελκύει το αστραπόβολον.

Κ' ενώ ο Τριστάνος, συγκινημένος, από τη μαγεία, χάιδευε το μικρό μαγεμένο ζωντανό που τούδιωχνε όλη τη λύπη, και του οποίου το τρίχωμα φαινότανε, στην αφή αβρότερο από το πειο πολύτιμο ύφασμα, συλλογιζότανε ότι αυτό θάτανε ένα καλό δώρο για την Ιζόλδη.

Μόνον όσα του είπε διά το μουστάκι αφήκαν μίαν επίμονον κηλίδα. Οι λόγοι της επανήρχοντο επιμόνως εις το πνεύμα του· και, ψηλαφών τον μόλις φυόμενον μύστακά του, εσκέπτετο ότι ίσως τωόντι ήτο αταίριαστον εις μίαν γυναίκα να έχη τοιούτον τρίχωμα, έστω και τόσον αδιόρατον, επί του χείλους της. Αλλ' η σκέψις αύτη διήγειρεν εις την ψυχήν του μάλλον αγανάκτησιν κατά της χήρας.

Αλλά τον ενθυμούμαι ακόμη ζωηρότατα, και θαρρώ ότι τον βλέπω εμπρός μου ζωγραφιστόν, ολοζώντανον, με το λευκόν του τρίχωμα, το οποίον έστιζον εδώ και εκεί ολίγαι κίτριναι κηλίδες, με την μεγάλην του κεφαλήν, την κιτρίνην του ουράν, τους κιτρίνους του οφθαλμούς, και το ύπουλον αθόρυβον βήμα τουαληθές βήμα νυκτοκλέπτου.

Από τους οφθαλμούς του, τους μικρούς και ψυχρούς ανεπήδα ήδη υγρότης και ζωή σπανία, καθυποτάσσουσα· αι εξωγκωμέναι εκ του φυσήματος και κόκκιναι γνάθοι του με το μόλις ανακύπτον τρίχωμα του γενείου επροκάλουν φιλήματα· την μακράν και άτακτον κόμην του κατηύγαζε χρυσούς αερώδης στέφανος, ως τας κεφαλάς των αγίων.

Ο συνοδίτης των τριών αρχαιολόγων και του δημοδιδασκάλου, ο πέμπτος, νεανίας εικοσαετής, είχε, κατά το φαινόμενον, το αξιώτερον υποζύγιον υπέρ πάντας τους λοιπούς, υψηλόν όνον, εύρωστον, πλατυκόκκαλον, και υποκοκκινίζοντα το αφρόν τρίχωμα. Και όμως, αντί να τρέχη πρώτος, ήρχετο τελευταίος πάντων των συνοδοιπόρων.

Booth του οποίου ο Ληρ, όπως τον έπαιζε, είχε πολλές υψηλές ιδιότητες πάθους, ξερίζωσε, θυμάμαι, λίγο τρίχωμα από την αρχαιολογική όχι σωστήν ερμίνα του για τον ίδιο σκοπό· η εντύπωση όμως από τον Salvini ήταν πιο λεπτή, καθώς και πιο αληθινή. Κι όσοι είδαν τον κ.

Ο μέγας λαιμός του ήτο περιτετυλιγμένος εις μεταξωτόν μανδύλιον, το οποίον ανά πάσαν στιγμήν διηυθέτει με χείρα ευτραφή, της οποίας το ερυθρόχρουν τρίχωμα εσχημάτιζεν υπό τας παλάμας είδος αιματοβαφούς παρδαλώματος· δεν απεψίλωνε τας χείρας του, διότι τω είχον ειπή ότι τούτο δυνατόν να είχεν ως συνέπειαν τρόμον των δακτύλων, όστις θα τον ημπόδιζεν από του να παίζη βάρειτον.

Της προσέφερε την Σκούκια, την προβατίνα με τ' ωραίον καστανόλευκον τρίχωμα και τ' αργυρούν περί τον λαιμόν τσοκάνι και τον Ζάπο, τον εμπιστευμένον του σκύλον και γκιορντάνι από χάνδρας, κοκκινωτέρας των κουμάρων και ζωνάρι με δύο παφτάδες, λαμπροτέρους του αυγερινού και του αποσπερίτη. Και η λυγερή ήσθμαινεν εκ συγκινήσεως ακροωμένη ταύτα.

Ο σκύλος έχει ένα γυαλιστερό, παστρικό τρίχωμα, που τον σκεπάζει ως τα ρουθούνια. Το μούτρο του είναι εύθυμο και γελαστό, και το μάτια του γυαλίζουν κάτω απ' τα πυκνά του φρύδια. Ο ήλιος πυρώνει από ψηλά τον άνθρωπο και το σκύλο και ζητεί να τους ομορφήνη και τους δύο. Ο ζητιάνος όμως φαίνεται σαν να κρυώνη, και το φως, που τον λούζει, τον κάνει ασχημότερο.