United States or Cyprus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτω λοιπόν με είπον ότι ένδεκα χιλιάδες τριακόσια τεσσαράκοντα έτη παρήλθον κατά τα οποία ουδείς θεός έλαβε μορφήν ανθρώπου και ουδέν παρόμοιον συνέβη από του πρώτου μέχρι του τελευταίου των βασιλέων της Αιγύπτου.

Οι Αθηναίοι λοιπόν εξώπλισαν τεσσαράκοντα πλοία, διά να τα αποστείλουν εις τους συμμάχους των, συνάμα μεν νομίζοντες ότι τοιουτοτρόπως ήθελε τελειώσει ταχύτερον ο εκεί πόλεμος, συνάμα δε θέλοντες να εκτελέσουν ναυτικάς ασκήσεις.

Ύστερον δε παρεσκεύασαν ναυτικόν διά να το στείλουν εις την Λέσβον και εζήτησαν παρά των πόλεων να δώσουν αυταί τεσσαράκοντα πλοία και διώρισαν ναύαρχον τον Αλκίδαν, ο οποίος έμελλε να διεξαγάγη την εκστρατείαν εκείνην. Ανεχώρησαν δε και οι Αθηναίοι με τα εκατόν πλοία, ότε είδαν εκείνους αναχωρήσαντας.

Τότε οι νέοι βλέποντες ότι παρήρχετο η ώρα, εδέθησαν εις τον ζυγόν και έσυρον την άμαξαν εντός της οποίας εκάθητο η μήτηρ των· διήνυσαν ούτω τεσσαράκοντα και πέντε στάδια και έφθασαν εις το ιερόν. Αφού εξετελέσθη η πράξις αύτη υπό τα όμματα όλης τις πανηγύρεως, έσχον θάνατον άριστον.

Ο εκ Ρόδου Αντίφημος και ο εκ Κρήτης Έντιμος, φέροντες μαζί των εποίκους, έκτισαν από κοινού την Γέλαν, τεσσαράκοντα πέντε έτη μετά την οίκισιν των Συρακουσών. Και η μεν πόλις ωνομάσθη από του ποταμού Γέλα, το δε μέρος, όπου υπάρχει σήμερον και το οποίον πρώτον εκυκλώθή διά τείχους, ονομάζεται Λίνδιοι και οι κάτοικοι αυτού παρέλαβον τους δωρικούς θεσμούς.

Ότι τα Φοινικικά πλοία, εκατόν τεσσαράκοντα επτά τον αριθμόν, έφθασαν μέχρις Ασπένδου, τούτο γενικώς ομολογείται· διατί όμως δεν επροχώρησαν περαιτέρω, πολλαχώς σχολιάζεται.

Και η μεν δίαιτα αυτών τοιαύτη είναι ως λέγεται. Ο δε Αράξης ποταμός καταβαίνει από τα Ματιανά όρη, ως ο Γύνδος εκείνος τον οποίον ο Κύρος διήρεσεν εις τριακοσίας εξήκοντα διώρυχας. Εξέρχεται δε διά τεσσαράκοντα στομίων, και όλα, πλην ενός, χάνονται εις έλη και τενάγη όπου ζώσιν άνθρωποι οίτινες, ως λέγεται, τρώγουσιν ιχθύας ωμούς και φορούσι δέρματα φωκών.

Επί τεσσαράκοντα λοιπόν ημέρας η Ιερά Οικογένεια παρέμεινεν αφανής και ήσυχος εις την ταπεινήν πόλιν Δαυίδ, «την καλουμένην Βηθλεέμ», όπου τόσαι παραδόσεις ιερότητος πτερυγίζουν τώρα και όπου τόσαι σκηναί ενδιαφέρουσαι διεδραματίσθησαν.

Οι στρατιώται ήσαν κατηφείς και βαθέως ταπεινωμένοι· θα έλεγε τις ότι πόλις τις εκυριεύθη εξ εφόδου και ότι οι πολλοί κάτοικοι της έφευγαν· τωόντι το συγχρόνως βαδίζον εκείνο πλήθος δεν ήσαν ολιγώτεροι των τεσσαράκοντα χιλιάδων ανθρώπων.

Μετά τα συμβάντα δε ταύτα απέθανεν ο Κυαξάρης βασιλεύσας έτη τεσσαράκοντα, συμπεριλαμβανομένου και του χρόνου της Σκυθικής δυναστείας. Διεδέχθη δε την βασιλείαν ο υιός του Αστυάγης, όστις εγέννησε θυγατέρα την οποίαν ωνόμασε Μανδάνην.