United States or Mauritius ? Vote for the TOP Country of the Week !


Στο γιαλό, στο γιαλό, κι ο Θεός μαζί μας! Έτσι, γεια σου, στα βαθιά τα νερά. Στάσου μια στιγμή. Το &Κωσταντινάτο& σου! Πού είναι το &Κωσταντινάτο& σου; Στα χέρια μου, στα χέρια μου βάλτο. Όχι, φίλησέ το πρώτα. Δος μου το τώρα και μένα να το φιλήσω. Η μάννα! Πού να είναι η μάννα! Αχ, την πρόφταξαν την ταλαίπωρη! Βλέπε βλέπε πίσωθέ της να βρη το γέρο, την έπιασαν τα σκυλιά!

Ω Ουρανέ, εφώναξα εις ταύτο το θέαμα, ποία μορφή φανερώνεται εις τα μάτια μου; τι θεωρία ασυνήθιστος είνε τούτη; Α ταλαίπωρη, απεκρίθη με την ιδίαν μου φωνήν εκείνη η νέα, που ευρίσκονταν εις το κρεββάτι με τον βασιλέα, κάνει χρεία εσύ να είσαι πολλά τολμηρή διά να αποκτήσης να πάρης την ιδίαν μου μορφήν· ποία είνε λοιπόν η γνώμη σου, ω παράνομη μάγισσα; πιστεύεις εσύ ότι ο βασιλεύς ο νυμφίος μου θα γελασθή από τες μεταμόρφωσές σου, και δεν θα καταλάβη ποία από τες δύο μας είνε η αληθινή του γυναίκα; άφησε λοιπόν τες ελπίδες σου, επειδή και θέλει είνε ανωφελής η πλάνη σου, εις αισχύνην σου της μαγικής σου τέχνης· ο άνδρας μου γνωρίζει καλά, ότι εσύ δεν είσαι άλλο, παρά μία κακότροπος μάγισσα.

Την κόρη της, την είχε καλοπαντρέψη, μα δεν είχε τύχη να ζήση· πέθανε στη γέννα, και το παιδί έζησε ως που ν' αποκτήση το δικαίωμα ο πατεριασμένος του να κληρονομήση τα προικιά, κ' ύστερα, στους πέντε μήνες, ξαναπαντρεύτηκε· αυτός ήταν ο μεγαλείτερος καϋμός της θεια- Μορισίνας! Για να μαλακώση, η ταλαίπωρη, τον πόνο της, έκαμε στην αρχή να πέση στα θεία και σε αγαθοεργίες.

Την έφερα πίσω, και της έταξα πως ολονυχτής θα προσεύκουμαι για νάρθη πίσω η κόρη της. Η προσευκή μου, χριστιανές μου, πρέπει να γίνη ταξίδι. Άλλος δε μένει να τη φέρη την ταλαίπωρη κόρη από τέτοια μακρινή ξενιτειά. Πηγαίνω ατός μου, κ' αφίνω την τύχη της μάννας στα χέρια του Παντοδύναμου. Αχ, και νάρθη, και τι να βρη! Ολοτρόγυρα θάνατο και τη μάννα της σαλεμένη! Πιπ.

Θα βαφτιστούμε πρώτατο αίμα, 'ς τα παθήματα και κοφτερά στουρνάριατο μετερίζι του βουνού το γόνα μας θα τρίψουν. Θα πιούμε τον ιδρώτα μας. Θα μείνη μαύρη χήρα Η γη μας η ταλαίπωρη και τα κοιλόρφανά της. Θα μάθουν να χορταίνουνε λαθύρια, βρακανίδαις, Και του νερού τα κάρδαμα, παρά να τα σαρκόνη Του ξένου το άτιμο ψωμί, πώχει προζύμι πάντα Φαρμάκια, καταφρόνεσαις, περίγελα και δάκρυ.

Κ' εκάλεσα τη σκλάβα μου κι άνοιξα την καρδιά μου. «Θέστυλι, βρες μου γιατρικό στη φοβερή μου αρρώστια »Ο Δέλφις την ταλαίπωρη όλη δική του μ' έχει· »μα στην παλαίστρα πήγαινε και παραμόνευέ τον »εκεί συχνά πηγαίνει αυτός, εκεί ταρέσει νάνε». Πες μου, Σελήνη, πες μου το πώς μου 'γεννήθη η αγάπη.

Καταλυθείσης της αρχαίας πολιτείας, φυσικόν ήτο να υπολάβη το άτομον ότι το ύψιστον καθήκον αυτού ήτο να φεύγη την ύλην, την κατά Πλάτωνα πηγήν του κακού, να ταλαιπωρή την σάρκα, να καταφρονή πάντα κοινωνικόν δεσμόν και εν ερήμω μονάζον να ζητή ασκητικώς να ομοιωθή προς τον Θεόν. Το ιστορικόν τούτο φαινόμενον είναι εν μέρει καρπός μιας όψεως της Πλατωνικής φιλοσοφίας.