United States or South Georgia and the South Sandwich Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όλοι βουβάθηκαν άφησαν τα τραγούδια, άφησαν τα ποτήρια από τα χέρια τους, ακούμπησαν τους αγκώνες τους απάνω στο τραπέζι, γύρισαν όλοι κατ' αυτόν και τον κοίταζαν περιμένοντας. Πήρε ανόρεχτα το μπουζούκι και σιγά, σα να βαρύνουνταν άρχισε να το κουρδίζη. Ένα μπουζούκι μεγάλο, που έβαζε, με μακρύ κοντάρι μπροστά, μ' ένα μακροστρόγγυλο κεφάλι.

Αίτιον δε της απάτης είναι, ότι τα πράγματα, οιαδήποτε είναι, όχι μόνον είναι αντιληπτά ενώ εξακολουθεί ο ερεθισμός του αισθητού αντικειμένου, αλλά και όταν αύτη η αίσθησις κινήται, αν η κίνησις αύτη είναι εξακολούθησις της διεγέρσεως υπό του αισθητού. * Δήλα δή είτε αναγνωρίζεται ως όνειρον, είτε είναι μίγμα αληθούς και ψευδούς εγρηγόρσεως και ύπνου.

Διατί ο Βαλαωρίτης συνεκέντρωσεν εις τα έργα του την γλώσσαν, τους πόνους και τους στεναγμούς της γενεάς των αρματωλών και του εθνικού αγώνος; διότι ήτο σύγχρονος και ήκουε τα γεγονότα από στόματος των αγωνιστών αυτών και διότι εις την Μαδουρήν της Λευκάδος ήρχοντο εξ Ηπείρου οι γόοι και οι θρήνοι του Ηπειρωτικού λαού έβλεπε δε και ο ποιητής τα υπερήφανα Σουλιωτικά βουνά έρημα.

Με μεγαλήτερη τώρα ελπίδα παρά ποτέ ονειρεύουμαι ένα μέλλον, όπου το νεκρό παιδί μας γίνεται ένας δεσμός γερότερος, παρότι είταν όταν ζούσε, και θυμούμαι με δάκρυα στα μάτια τα λόγια, που μου είχε διδάξει εκείνη μια φορά: Να γεράσουμε μαζί.

Μίαν ώραν ύστερον κατήλθε διά του λιθοστρώτου η πρώτη συνορίς των αδόντων παιδίων, ο Νάσος και ο Αγγελής. Είδομεν πως ήλθαν βολικά τα πράγματα, και πως ο Παλούκας κατώρθωσε μάλιστα να περάση ως ειρηνευτής μεταξύ των παιδίων που εμάλλωναν. Αφού ο Νάσος και ο Αγγελής ετράπησαν εις φυγήν, αισθανόμενοι φεύγον το έδαφος υπό τους πόδας των, κατήλθον άλλα παιδία, είτα άλλα.

Ξέρω, ξέρω τι έπαθες, Πατρίδα τρελλή και ξεμυαλισμένη! Είναι χρόνια και χρόνια που ξελαγιάστηκες! Σ' ατίμασαν αμέτρητα έθνη! Έμεινε η ομορφιά σου, μα η καρδιά σου δεν είναι η πρώτη καρδιά· και κάθεσαι τώρα και τα παχαίνεις αυτά τα θεριά. Το ξέρεις πως θρέμματά σου δεν είναι, πως κόλλησαν απάνω σου καθώς ψώρα.

Κι ολόγυρ' από τα χωριά κι από τον κάμπο ορθώνονται σα φράχτες και σα ταμπούρια, οι λόφοι, τα χαμηλώματα των γύρωθε βουνών, οπ' ανεβαίνοντας απανωτά σα σκαλοπάτια σχηματίζουν σιγά σιγά τα ψηλά κι άγρια και κακοτράχαλα καταρράχια του Πίνδου, του Σουλιού και του Δέλβινου, που κλειούν περίγυρα, σα γιγάντιες κορνίζες, τη μεγάλη αυτή κι ωμμορφότατη εικόνα.

Και κατ' αυτόν τον τρόπον δύναται να σκεφθή κανείς και διά τους ίππους και δι' όλα τα άλλα ζώα; — Μου φαίνεται ότι δύναται να κάμη την ιδίαν σκέψιν. — Ποία λοιπόν, του είπα τότε, είναι η επιστήμη η οποία τιμωρεί δικαίως εκείνους οι οποίοι παραβαίνουν τους νόμους και διαφθείρουν και τους εαυτούς των και τους άλλους πολίτας; Δεν είναι αυτή η δικαστική επιστήμη; — Ναι, αυτή είναι, μου απήντησε.

Πρέπει δε να σου ομολογήσω, εξ ιδίου ενθουσιασμού αυτήν την φοράν και όχι χαριζομένη εις την πατριωτικήν σου αισιοδοξίαν, ότι με κατέπληξαν αληθώς τα ευχάριστα αποτελέσματα του νέου συστήματος της διδασκαλίας, το οποίον εφηρμόσθη εις το νεοσύστατον σχολείον. Το σχολείον αυτό είνε μακράν της πόλεως, όπισθεν του βασιλικού κήπου, και οι μαθηταί του είνε κατ' ανάγκην παίδες αγροτών και χωρικών.

Και το Φάντασμα εχάθη προς τα εμπρός, ταχέως διασχίζον το άπειρον της οδού βάθος, εγώ δε φέρομαι ακατασχέτως επί τα ίχνη αυτού, οδηγούμενος από αστέρα σκοτεινού, ρίπτοντα υπέρ την κεφαλήν μου παραδόξους ακτίνας, ώστε το σώμα μου να φαίνεται μαύρον και η σκιά μου λευκή.