United States or Åland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τον φαντάζονταν ακόμη νιόν, αν και της έλειπε μια ζωή, τον φαντάζονταν ίσως παιδί ακόμα, σαν που τον είχε ιδεί την κοντινή τη φορά, όταν τον ξεκίνησε για τα έρημα τα Ξένα, φορώντας ακόμα τα χρυσά τα τέλια στο κεφάλι της. Της έρχονταν στο νου της η ανυπαντροπαντρεμένη ζωή σαράντα χρονών, που πέρασε, αφόντας βγήκε από το πατρικό της, σα νύφη και σαν παρθένα.

Τα δάχτυλά του έφευγαν γοργά, σαν αστραπή, απάνω στα τέλια, στο κοντάρι, πατούσαν πότε βιαστικά, και πότε σιγαλά, πήγαιναν έρχουνταν σταματούσαν απάνω στους μπερντέδες κ' η πέννα του γρατσούνιζε γρήγορα κάτω τα τέλια με το δεξί χέρι του. Τόνα τραγούδι τελείονε, τ' άλλο άρχιζε, από τα κλέφτικα ως τους αμανέδες.

Με τόνα πόδι απάνω στ' άλλο, σκυμμένος, με τ' αυτί κολλημένο προς το μπουζούκι του, κούρδιζε τα τέλια του με τη μικρή πέννα σιγά, σιγά, ως ότου να το βάλη στο ζένι. Παιδεύτηκε πολύ πάρα πολύ, που οι άλλοι κουράστηκαν. — Την άτιμη τη μπουργάνα πέφτει ολοένα, έκαμε εκείνος, και σταμάτησε. Ρούφηξε λίγο κρασί, τράβηξε το τσιγάρο του, και ξανάρχισε το κούρτισμα. Παιδεύτηκε και βρήκε τέλος το ζένι.

Κι' απέρασα όσο πώφεξε οχ τα γουρλιάσματά τους 395 Με πονοκέφαλον βαρύ για την αδιακρισιά τους, Και κάλλια να καθήσωμε εδώ σε ησυχία, Να τους τηράμε από μακριά με τέλια αδιαφορία Γιατί παράξιους τους θωρώ, κι παραπελπισμένους Πολεμιστάδες δυνατούς, στρατιόταις αντριομένους. 400 Κι' αν μας ανταίσουν, βολετό ενάντια να θυμώσουν, Με τα βαριά κοντάρια τους κακά να μας λαβώσουν.

Και με τα παράπονά τους Σε μια λίμνη εκεί κοντά τους Παν με τέλια απόφασί τους Να σκολάσουν τη ζωή τους, 880 Προς της άκραις ότι σόνουν, Κοντοστέκοντας ζυγόνουν· Κι' ένα πλήθος Μπακακάδες Που εμούλοναν σ' αράδες, Την πεδοβολή αγρηκόντας 885 Στα νερά βουτάν πηδόντας. Κι' οι Λαγοί να ιδούν, πως κι' άλλοι Ζιούσαν σ' όμια φόβου ζάλη, Το σκοπό ξαποφασίζουν, Και στα πλάγιά τους γυρίζουν, 890

Κατόπι το δίπλονε πάλε με μεγάλη έγνοια και το ξανάβαζε στη μοσκομυρισμένη αγκαλιά του νυφικού της του φεσιού με τα χρυσά τα τέλια, πούχε μέσα στη χιλιοπλουμισμένη της την κασσέλλα.

Σαράντα χρόνια εκείνο το γράμμα, που αντιπροσώπευε τον πολυαγαπημένο τον άντρα της Κώσταινας, εκοιμώνταν μέσα στην μοσκομυρισμένη αγκαλιά του νυφιάτικου του φεσιού της, με τα χρυσά τα τέλια, που αντιπροσώπευε τες νυφιάτικες τες μέρες της.

Το γράμμα αυτό το φύλαγε μέσα στο νυφικό της το φέσι με τα τέλια τα χρυσά, και κάθε φορά που ήκουεν ότι η τάδε έλαβε γράμμα από τον άντρα της, έβγαζε κι' αυτή από τη χιλιοπλουμισμένη κασσέλλα της το γράμμα αυτό και πήγαινε στον παπά να της το διαβάση.