United States or Denmark ? Vote for the TOP Country of the Week !


Του πατρός της όμως η γνώμη, πατρός όσον φιλοστόργου, τόσον και νουνεχούς, ήτο εκ διαμέτρου αντίθετος. Σπουδάσας κατά βάθος τον χαρακτήρα των δύο νέων, ουδ' επί στιγμήν εδίστασε μεταξύ αυτών. Τον Άγγελον ήθελε σύντροφον του μόνου του τέκνου, του ορφανού μητρός, της μόνης του χαράς. Αυτόν της προώρισε σύζυγον, πεποιθώς ότι μαζή του θα ηυτύχει. Αλλ' η κόρη εσκυθρώπασε.

Έξαφνα, εις τα βάθη εκεί, αναμέσον των δένδρων είδα προχωρούσας βραδέως δύο μορφάς συνεσφιγμένας. Ανεγνώρισα μακρόθεν του Μίρτου το ανάστημα. Έφερε το όπλον εις την αριστεράν χείρα, και διά του δεξιού βραχίονος εκράτει ενηγκαλισμένην γυναίκα στηρίζουσαν την κεφαλήν επί του ώμου του. Έστρεφε προς την σύντροφόν του το κεκλιμένον πρόσωπον, ώστε δεν ηδύνατο να με ίδη.

Πριν συνδέσης μετά τινος φιλικάς σχέσεις, σπούδασον μετά προσοχής τας διαθέσεις αυτού, ίνα μη, αντί φίλου αληθούς, αποκτήσης ιδιοτελή τινα κόλακα, ή κακοήθη σύντροφον. Βραδέως μεν απόκτα φίλον, αλλ' η φιλία σου ας διαμένη σταθερά και διαρκής. Εις τας δυστυχίας των φίλων των δοκιμάζονται οι αληθείς φίλοι. Τίμα την περιουσίαν σου, ίνα βοηθήσης φίλον δυστυχούντα

Με όλον που ευρισκόμουν εις τους χαροποιούς στοχασμούς, δεν απαράτησα που να μην ενθυμηθώ τον σύντροφόν μου Φακύρην, στοχαζόμενος την θλίψιν που ημπορούσε να έχη μην ηξεύροντας το τι έγινα. Εβγήκα από το σπήτι μου διά να υπάγω να τον εύρω, και τον συναπαντώ εις μίαν στράταν και αγκαλιάζοντάς με μου λέγει.

Αλλά τώρα, ιδών ότι ο σύντροφός του έδωκε την είδησιν χωρίς να φάγη ξύλον, και εκτός τούτου διότι είξευρεν ότι από τον εξώστην δεν θα τον έφθανεν η χονδρή ράβδος του πλοιάρχου, είχε λάβει θάρρος και έσπευσε να προλάβη τον σύντροφόν του, όπως απολαύση αυτός την ηδονήν.

Επί τέλους δε ανακαλύψας και κάποιον Μένιππον εκ των παλαιών κυνικών, κύνα αληθινόν, πολύ γαυγιστήν, άγριον και ύπουλον συγχρόνως, καθ' όσον εγέλα και εδάγκωνε, τον έκαμε και τούτον σύντροφόν μου.

Για πάμε να ιδούμε είπεν ο Δημήτρης. — Πάμε. Και αμφότεροι έστρεψαν διευθυνόμενοι προς το πλήθος. — Α! ξέρεις τι; είπεν ο Σταύρος αίφνης ιστάμενος και ατενίζων τον σύντροφόν του· θα διαβάσουν αφορεσμό. — Γιατί πράμμα; — Ξέρω κ' εγώ· δε βλέπεις; Τω όντι επί μικρού υψώματος πέριξ του οποίου το πλήθος ήτο συνηγμένον, έκειτο ανεστραμμένος υψηλός λέβης, κατάμαυρος εκ της ασβόλης.

Νά ο μεσονύκτης! είπε και ο άλλος ποιμήν, παρακολουθών τον σύντροφόν του εις την πρακτικήν ταύτην αλλ' ακριβή αστρολογίαν. Και τους είδες τότε εκεί τους σκαιούς αυτούς ποιμένας ν' αποκαλυφθώσιν ευλαβώς και να προσκυνώσιν επί τινας στιγμάς εν κατανύξει, γονατισμένοι, ως να παρίσταντο μυστηριωδώς εν τη εβραϊκή Βηθλεέμ εις την θείαν του Σωτήρος γέννησιν. — Χριστούγεννα! Χριστούγεννα!

Ημείς με το να μην είμεθα ακόμη εβγαλμένοι εις την γην, επέσαμεν ευθύς εις το νερόν εις τον ίδιον καιρόν το θηρίον ανοίγοντας το στόμα του εκατάπιε τον σύντροφόν μου· και εγώ εις αυτό το αναμεταξύ που έτρωγε τον σύντροφόν μου, έπιασα την γην πλέοντας, και ούτως εγλύτωσα από τον κίνδυνον του θηρίου.

Αηδόνι γίνε, είπεν η Νεράιδα με προστακτικήν φωνήν. Και η Ανθούλα επέταξε μακρυά. Ήτο τώρα αηδόνι. Εκάθισεν εις το υψηλότερον μέρος του δάσους και άρχισε να τραγουδή· όσα τραγουδάκια έξευρε και όσα ποιηματάκια ενθυμείτο τα είπε με κελάιδημα αηδονιού. Όλα τα πουλιά του δάσους, αηδόνια καρδερίνες, σπίνοι, κίσσες, φλώροι ήλθαν ν' ακούσουν την νέαν αυτήν σύντροφόν των.