United States or Tuvalu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Καλά χαμπέρια, αι, μπάρμπα Νικολή; του είπε και ο Σμυρνιός πλησιάσας. — Ναι, μόνο να τα βγάλη ο Θεός αληθινά. — Θα τα βγάλη και θα το δης. — Μα δε μου λες, σύντεκνε Σήφη, ηρώτησεν έπειτα ο Σαϊτονικολής τον παρακαθήμενον δημογέροντα, είντα βασίλειο είν' αυτή η ... πώς την είπες; — Η Δανιμαρκία; — Ναίσκε, η Δανιμαρκία. — Κ' εγώ πρώτη φορά τακούω.

Κατέχω κεγώ; είπε ξύων τον κρόταφόν του ο Παπαδοσήφης. — Άκουσ' αυτό που σου λέω εγώ, σύντεκνε! Το τέλος τση Τουρκιάς εσίμωσε και να μου το θυμάσαι. — Να δώση ο Θεός! Μα κατέχω κεγώ; Και στα 41 τώχαμε για σίγουρο. Ας είνε.

Αλλ' ήδη εισήρχοντο εις το χωριό και ο Θωμάς εστράφη κ' εφώναξε προς τον Σαϊτονικολήν: — Ακούς, σύντεκνε Νικολή, είντα διαλαλιούνε;

Την άλλη φορά, σύντεκνε παπά, την ευχή σου νάχω, μ' εμάλωσες· μούπες πως δεν έκαμα καλά που έπιασα το παιδί και το βάφτισα μονάχη μου, στον αέρα, κ' είπα «στ' όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνέγματος», μα πως έπρεπε να το βαφτίσω σε μια λεκάνη με νερό . . . και μούπες πως το παιδί, σαν απέθανε, δεν έπρεπε να ταφήάγια χώματα, και δεν μπορούσες, η αγιωσύνη σου, νάρθης να το διαβάσης.

Ο Μουστοβασίλης, αναθαρρήσας από την έκβασιν της συζητήσεως, έπιεν εις υγείαν του συντέκνου: — Καλώς να σεύρω, σύντεκνε Μανωλιό. — Καλώς να ορίσης, σύντεκνε, απήντησεν ο Μανώλης, όστις με την βοήθειαν του οίνου είχεν ήδη λησμονήσει το φοβερόν βλέμμα, το οποίον εις την εκκλησίαν ενόμισεν ότι του εξηκόντισεν ο Χριστός εκ του τέμπλου.