United States or Ukraine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σταθερές αρνήσεις και ολίγη λογική θα τον είχανε σώσει βέβαια. Δεν κατηγορήθηκε για ό,τι ελέχθη ότι κατηγορήθηκε, αλλά γιατί ευρέθηκε κάποιο γράμμα του προς τον φίλο του Alfred Douglas, που δεν είχε τίποτε παρεξηγήσιμο· η ομορφιά του ύφους του όμως γέννησε δυσπιστία στους δικαστάς. — Αυτός ήταν ο συνειθισμένος τρόπος, που έγραφες στον Alfred Douglas; τον ερώτησαν.

ΧΡΥΣΙΠΠΟΣ. Παντάπασι, διότι αυτά τα πράγματα δεν εξαρτώνται από ημάς και όσα δεν εξαρτώνται από ημάς είνε αδιάφορα . ΑΓΟΡ. Δεν σ' εννοώ. ΧΡΥΣ. Δεν ξέρεις ότι εκ των τοιούτων άλλα μεν είνε προηγμένα, άλλα δε εξ εναντίας αποπροηγμένα; ΑΓΟΡ Ούτε τώρα σ' εννοώ. ΧΡΥΣ. Δεν είνε παράδοξον, διότι δεν είσαι συνειθισμένος εις τους ημετέρους όρους, ούτε έχεις την καταληπτικήν φαντασίαν.

Ο μύλος ο πατρικός του Αγάλλου είχε χαλάσει προ πολλού και ήτον έρημος τώρα. Αλλ' ο μύλος της Συνοδιάς χηρευσάσης τελευταίον από του ανδρός της ήτο εν ακμή εισέτι. Ο Αγάλλος, επειδή ήτο συνειθισμένος να έχη μύλον, απήτησε τον μύλον ως προίκα, και η θεια-Συνοδιά ηναγκάσθη να τον δώση.

Όπου πήγαινε, από πίσω του. Στη Ρωσσία ο πατέρας μου, πίσω του κι' αυτός. Στην Περσία ο πατέρας μου, από κοντά κι' αυτός. Πίσω στην Ελλάδα εκείνος, πίσω πάλι κι' αυτός. Κι' από κάθε τόπο πούφευγε, μαύρη πέτρα πίσω του. Όλοι ήταν κλέφτες, άτιμοι, κάλπηδες. Άνθρωπος που ήταν συνειθισμένος να λέη την αλήθεια, σαν κι' αυτόν, δεν μπορούσε να ζήση. Ο πατέρας μου δεν τον είχε σε πολλή υπόληψι.

Καλώς σας βρήκαμε... — Να σε πάρη ο Διάβολος! Δε βρήκα καλύτερη φιλοφρόνησι να δεχτώ το έκτακτο υποκείμενο, που με περίμενε στο γραφείο μου από τα ξημερώματα. Αυτό δεν είχε να κάμη τίποτε. Ο πρωινός μου μουσαφίρης, συνειθισμένος από παρόμοια δεξίματα, δέχτηκε τη φιλοφρόνησι μου με γέλια και χαρές.

Οι κάτοικοι τω προσήνεγκον άλλην καινουργή και στερεάν, πλην ο κ. λιμενάρχης συνειθισμένος εις τα πολεμικά ήθελε «βασιλική βάρκα» να την ίδουν από μακράν οι πειραταί και να τρομάξουν.

Όταν την πρωίαν ενεφανίσθη ενώπιον του δημάρχου, το πρόσωπόν του ήτο στενόν και μακρόν, ως όταν παρατηρεί τις εντός τεθραυσμένου καθρέπτου. Συνειθισμένος να κτυπά τον κώδωνα της βάρδιας αφ' εσπέρας και να κοιμάται, εταλαιπωρήθη ο αγαθός εντός μιας νυκτός. Και αι χείρες του και οι πόδες του ήσαν πλαδαραί ως πλόκαμοι οκτάποδος. — Ε, τι νέα Γέρω-Γιάννη; ηρώτησεν αυτόν ο δήμαρχος.

Ο Μάχτος εζήτει φιλόφρονας φράσεις και δεν εύρισκε. Δεν ήτο βεβαίως συνειθισμένος εις το να ομιλή επικαίρως, αλλ' ευτυχώς, αν και μηδεμιάς έτυχεν ανατροφής, ήτο απηλλαγμένος και πάσης βαναυσότητος περί την γλώσσαν. Η εργασία ήτο η μόνη ανατροφή, ην είχε λάβει παρά του πατρός του, αύτη δε ήτο, φρονώ, η αρίστη, ην ηδύνατο λάβη, και αύτη τον έσωζεν.

Η θέα της γενικής εκείνης κατηφείας με κατετάρασσε και μου ήρχετο να φωνάξω ερωτών τους προ των εργαστηρίων πραγματευτάς:― Δι' όνομα θεού, τι έπαθεν η Χίος; τι συμβαίνει; Αλλ' εβάδιζα κατόπιν του πατρός μου ακολουθών τα ίχνη του, και δεν ήμην συνειθισμένος να λαμβάνω την πρωτοβουλίαν ποτέ, εκείνου παρόντος.

Συνειθισμένος; Κανένας μήτ' εγώ ο ίδιος δεν θα μπορούσα να γράψω παρόμοια γράμματα κάθε μέρα, ήταν η απάντησή του. — Τελοσπάντων, αυτό το γράμμα είναι αλλόκοτο. — Μα εγώ προσπαθώ πάντα να μη γράφω παρά αλλόκοτα πράγματα! Για κάποιο άσεμνο φυλλάδιο, που είχαν εξακριβώσει ότι συγγραφέας του δεν ήταν ο Wilde, τον ερώτησαν: — Παραδέχεσαι λοιπόν ότι τούτο εδώ είναι ανήθικο;