United States or Uganda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η ντόνα Έστερ, με λυμένο το σάλι ν’ ανεμίζει λίγο επάνω στους ώμους της, βάζει σε τάξη την πομπή: πρώτα τα μικρά παιδιά με τα μεγάλα κεριά στα χέρια, έπειτα η νύφη με τη συγγένισσά της, έπειτα ο γαμπρός με τους συγγενείς του, στο τέλος οι λίγοι καλεσμένοι με το Μιλέζο τελευταίο που έμοιαζε να περιγελά σιωπηλά όλους. «Τώρα θα μ’ αφήσουν μόνο», σκέφτεται ο Έφις με κάποια πίκρα. «Μόνο.

Και πάλιν ίστατο σιωπηλός, βαστάζων ακίνητον την σακκορράφαν του και βλέπων προς τους ιστούς: — Τι να σου κάμη και η καϋμένη η 'ξαδέλφη μου, η μόνη συγγένισσά μου! Τι να σου κάμη η φτωχή και αυτή! διελογίζετο τότε ο Γιωργάκης της Λιμπέριαινας, συνεχίζων τας σκέψεις του, τι να σου κάμη η ξενοδουλεύτρα!

Ο καταχανάς τραβούσε προς το χωριό του· κιόταν έφτασε πέζεψε και μπήκε στο σπίτι του, όπου 'χε μείνει μόνο μια γριά μισόστραβη, συγγένισσά του. Ανέβηκε στο ανώγι· κιόταν μπήκαν στο χωριό κείνοι που τον ακολουθούσαν και φάνηκαν στις γωνιές των δρόμων, γιατί δεν είχαν το θάρρος να πλησιάσουν και να προβάλλουν φανερά, ο καταχανάς φάνηκε σένα παράθυρο.