United States or Greenland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ευχαριστώ, κυρία μου, απαντά μετά μεγάλης στενοχωρίας ο πτωχός Ορέστης, προσποιούμενος ότι δεν ήκουσε το τελευταίον μέρος της φράσεως. Εγώ είμαι καλά . . . αλλά η Πασιφάη . . . — Πώς; τι τρέχει; κακοδιάθετος ίσως! . . . Δεν είνε τίποτε . . . με τον χορόν περνά! παρατηρεί μετά πολλής στωμυλίας η κυρία Παρδαλού. Έννοια σας, κ' εγώ την κάμνω και χορεύει πολύ . . .

Αν την πρωίαν της παραμονής του έτους 1859 υπήρχον εν Αθήναις νέοι στενοχωρημένοι και αδημονούντες διά την κενότητα του πουγγίου τωνκαι θα υπήρχον βεβαίως πολλοί — , ο μάλλον εξ αυτών αδημονών ήτο κατά πάσαν πιθανότητα ο Δημήτριος Ξυδάκης. Πριν ή όμως γνωρίση ο αναγνώστης το αίτιον της στενοχωρίας του ήρωός μου, καλόν είνε να γνωρίση αυτόν τον ίδιον.

Πήρα τα βουνά σαν τρελλός. Σημάδια στενοχώριας τώρα στην όψη της Φωτεινής, και πρι να πάη ομπρός ο Προεστός καμώθηκε πως κάτι ήθελε να φροντίση, και σηκώθηκε και βγήκε από την κάμαρα. — Καλά έκαμε και βγήκε, κάνει τότες ο Προεστός. Δεν της έρχεται να τακούγη, δε μούρχεται και μένα να τα δηγούμαι μπροστά της. Την πήρανε σκλάβα με τον Κωστάκη στο Διβάκι.

Εδείκνυε σημεία στενοχωρίας, δυσθυμίας ενόσω ήτο διαρκώς πλησίον της συζύγου, μετεβάλλετο δ' αίφνης εις εύθυμον και διαχυτικόν, όταν, κατόπιν απουσίας, κατά το μάλλον και ήττον μακράς, επανήρχετο παρ' αυτή. Δεν εκρατήθη επί τέλους και μίαν των ημερών, εντός κλειστής αμάξης, επιτηδείως τον ηκολούθησε.

Επειδή δε οι Αθηναίοι στρατιώται ένεκα της στενοχωρίας του στρατοπέδου των επλησίαζαν τα άκρα της νήσου, διά να ετοιμάσουν το γεύμα των θέτοντες γύρω φρουρούς και κάποιος χωρίς να το θέλη έκαυσεν ολίγους θάμνους και ηγέρθη άνεμος κατεκάη εκείθεν ανεπαισθήτως το πλείστον μέρος του δάσους.

Και όταν αι πιθανότητες από τα δύο μέρη είναι όμοιαι η πεποίθησις της υπεροχής καθιστά την τόλμην ασφαλεστέραν, και δεν στηρίζεται τόσον εις την ελπίδα, της οποίας η δύναμις χρησιμεύει εν καιρώ στενοχωρίας, όσον εις την γνώσιν των ιδίων μέσων, η οποία καθιστά το μέλλον ασφαλέστερον.

Πρόσεξε και εις τον οκνηρόν· η αργία του είνε έν είδος ηδονής, και όταν ακόμη συνοδεύεται από τας αναποφεύκτους στενοχωρίας της. Μη επικαλεσθής ματαίως την ψυχράν λογικήν, όπου η ψυχή σου θα λαλήση ευγλώττως· δεν θα σε υπακούση. Εκ της χαράς του άλλου, προσθέτεις εις την λύπην σου λύπην και εκ της λύπης του άλλου, εις την λύπην σου χαράν.

ΜΙΚ. Τι είδους στενοχωρίας; Αυτά μου φαίνονται παράξενα και απίστευτα. ΠΕΤ. Εβασίλευα εις χώραν εκτεταμένην και πλουσίαν, η οποία διεκρίνετο και διά τον πληθυσμόν της και διά τας ωραίας της πόλεις, είχε δε και ποταμούς πλωτούς και θάλασσαν με καλούς λιμένας.

Σωκράτης Αλλά παραδέχεσαι, είπα, Πρωταγόρα, ότι μερικοί άνθρωποι ζουν καλά, μερικοί δε πάλιν κακά; Πρωταγόρας Παραδέχομαι, είπε. Σωκράτης Και παραδέχεσαι λοιπόν ότι ένας άνθρωπος ημπορεί να ζη καλά, αν περνά την ζωήν του μέσα εις στενοχωρίας και πικρίας; Πρωταγόρας Όχι, είπε.

Οπωσδήποτε τα πράγματα έβαινον ομαλά, απρόσκοπτα· οι σύζυγοι ήσαν ευτυχείς· πλήρης γαλήνη εβασίλευεν εν τω οίκω επί πολύ ακόμη, ότε, αίφνης, εις τον αίθριον ουρανόν του ερωτευμένου ζεύγους, εφάνη ένα μικρό συννεφάκι· πολύ μικρό, συννεφάκι όμως πάντοτε. Ο Ηρακλής ήρχισε δεικνύων σημεία στενοχωρίας, ήτις μ' όλας τας προσπαθείας του να την κρύψη, δεν διέλαθε την προσοχήν της Ομφάλης.