United States or American Samoa ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΧΟΡΟΣ Μα οι στεναγμοί νεκρό δεν ανασταίνουν. ΧΟΡΟΣ Είναι πολύ σκληρόν να μην ξαναντικρύσης μίας γυναίκας πρόσωπον που τόσον αγαπούσες. ΑΔΜΗΤΟΣ Μου εθύμισες τον πόνο που ξεσχίζει την καρδιά μου. Δεν είναι άλλη συμφορά στον κόσμο πιο μεγάλη παρά να χάση την πιστή γυναίκα του. Στο σπίτι γυναίκα μου καλλίτερα να μην την είχα φέρει. Ζηλεύω τους ανθρώπους που δεν έχουνε γυναίκα ούτε παιδιά.

Αυτά 'πε• συλλογίσθηκα, και της νεκρής μητρός μου να πιάσω τότε την ψυχήν ηθέλησα ο θλιμμένος• 205 και τρεις εχύθηκα φοραίς, να πιάσω αυτήν ποθώντας, και τρεις ωμοίωμα σκιάς ή ονείρου από τα χέρια μώφυγε• και βαρύτερος μ' εστενοχώρα ο πόνος, και προς αυτήν εφώναζα• «τι φεύγεις, ω μητέρα, εις την στιγμή, 'που προσπαθώ με πόθο να σε πιάσω, 210 όπως και οι δυοτην κατοικιά του Άδη αγκαλιασμένοι του κρύου κλάυματος ομού την ηδονή χαρούμε. μην είναι τούτο φάντασμα, 'που η θεία Περσεφόνη μώστειλ', όπως η λύπη μου και οι στεναγμοί πληθύνουν

Το βλέμμα του εξέφραζεν απορίαν. Διετύπωσε δε καθ' εαυτόν την επομένην σκέψιν, μη τολμών και να εκφράση αυτήν· — Α! φεύγει. Τόσον καλλίτερα! Όσον διά την Αϊμάν, αύτη εκοιμάτο ανήσυχον ύπνον. Και όχι μόνον εκοιμάτο, αλλά και ωνειρεύετο. Τούτο εδείκνυον τα κινήματα, άτινα ετάραττον αιφνιδίως το σώμα αυτής, και οι ελαφροί στεναγμοί, οι εξερχόμενοι εκ του στήθους της.

Δάκρυον ορφανού....... 0,02 Στεναγμοί χήρας....... 0,01 Πείνα συνταξιούχου...... 0,01 Εύνοια Τούρκου....... 0,03 Ελαστικότης κώδικος..... 0,05 Νωθρότης εισαγγελέως.... 0,03 Ευήθεια μετόχου....... 0,85 1,00

Η πρώτη λύπη του Γιάννου ήτο όταν έχασε τον πατέρα του, δεκαετής, Αλλά τα δάκρυά του εχύνοντο και τότε μαζί με τα δάκρυα της Μάρως· οι στεναγμοί του, οι πόνοι του, αι δεήσεις του συνωδεύοντο υπ' αυτής.

Το κάθε δώρον, η κάθε χάρις, περνά ως πόνος και δυστυχία... ο κόσμος είναι όπως τον πάρης, χαραί και λύπαι ψευδή λαχεία. Αν σε μαραίνουν οι στεναγμοί και τόσα πάθη παντοτεινά, πλην ίσως έλθη και μια στιγμή, που θα γελάσης αληθινά. Αν όμως όλα σου δείχν' η πλάσις με όψεις μόνον απατηλάς, ποτέ 'στ' αλήθεια δεν θα γελάσης κι' ας κάνης πάντα ότι γελάς.

Ω, πόση Νύκτα εμαζώχθη αυτούθε Και φόβος, όπου πέφτοντας Εμβαίνω· σπήλαιον είνε Ή χάσμα του άδου; Ελύθησαν οι άνεμοι· Σφοδροί, σφοδροί εδώ μέσα Ως φουσκωμένα, χύνονται Ποτάμια από πολλά Χειμέρια νέφη. 'Σ τον θόρυβον σηκόνονται, Φωναί συχναί και ασήμαντοι, Ως μακράν εις την θάλασσαν Στεναγμοί πνιγομένων Μυρίων ανθρώπων.

Και σα θυμήθηκαν κι' οι διο, ο ένας τους το γιο του θρηνούσε, στ' Αχιλέα ομπρός τα πόδια 'να κουβάρι, 510 πικρά κι' ο άλλος έκλαιγε το γέρο του, ή και πάλι το βλάμη του, κι' οι στεναγμοί παντού τριγύρω αχούσαν.

Το χρέος τούτο το επλήρωσεν αύτη. Εκείνο το οποίον ήθελες να κάμης, έγινε και άνευ σου. Αι τελευταίαι λέξεις, τας οποίας επρόφερεν, ήσαν: «Αντώνιε, ευγενέστατε Αντώνιε». Στεναγμοί οδύνης διέκοψαν τότε το όνομα «Αντώνιος» και διεσπάσθη μεταξύ της καρδίας και των χειλέων της· παρέδωκε το πνεύμα, έχουσα θαμμένον εν εαυτή το όνομά σου. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Απέθανε λοιπόν; ΜΑΡΔΙΑΝΟΣ. Απέθανε.

Τι απ' τους θεούς παινιέται πως ξάστερά 'ναι ανότερος, πιο δυνατός απ' όλους. Για αφτό ότι στέλνει σας, καλό κακό, σπολλάτη πάντα. Να! που και τώρα στεναγμοί τον Άρη καρτερούνε, 110 τι τον πιο λατρεφτό θνητό τού σκότωσαν στη μάχη, το γιο του τον Ασκάλαφο που τόνε λέει δικό του