United States or Montenegro ? Vote for the TOP Country of the Week !


Λοιπόν δεν είμαι «πατριώτης». Αλλά γεννήθηκα Έλληνας και Έλληνας θα μείνω, θέλοντας και μη, ως που να πεθάνω. Αναγνωρίζω τη σκλαβιά μου και δε νομίζω πως υπάρχει ε λ ε ύ τ ε ρ η θ έ λ η σ η, γιατί αν ύπαρχε θα μπορούσα να γίνω κοσμοπολίτης. Ο κ.

Όχι! δεν είνε όνειρο, κι' ουδέ κοιμάσαι ακόμα Σ' έφερε τ' άλογό σου εδώ κομμάτια 'ςτό δισάκι Κ' εγώ, που μ' εξεγλύτωσες απ' τη σκλαβιά μια μέρα Εγώ με την αγάπη μου και με τα δάκρυά μου, Εγώ μ' αθάνατο νερό σ' ανάστησα, λεβέντη. Τώρ' αρματώσου γλήγορα, ανέβα 'ςτ' άλογό σου Και χτύπα το, σαν αστραπή 'ςτό σπήτι να φέρη.

Μα κι' έτσι τους συντρόφους μου τους στέλνω ομπρός, κι' ατός μου τρέχω μ' οχτρούς να χτυπηθώ· ωστόσο εγώ δεν έχω δικό μου εδώ ν' αρπάξουν βιός, γυναίκες μου να πάρουν. Κι' εσύ μου στέκεις, μήτε καν φωνάζεις στ' άλλο ασκέρι 485 να μείνουν και τα τέρια τους απ' τη σκλαβιά να σώσουν.

Δεν θύμωσε, καθώς βλέπουμε, ο Πολέμωνας με τον Ούαρο για την ουσία του λόγου του, παρά για τη μορφή. Η μορφή και ο τύπος έπαιρνε κ' έδινε τους καιρούς εκείνους. Το θέμα της ομιλίας είτανε μικρό πράμα. Έπειτα πού να βρεθή και θέμα; Στη σκλαβιά; Στην παραλυσία; Στη φτώχεια; Το πολύ μπορούσαν οι καλλίτεροι τους να το γυρέψουνε στην αρχαιότητα, καθώς, μα το ναι, γίνεται και σήμερα.

Η πολύχρονη σκλαβιά άφησε απάνω του θλιβερή, άγγιχτη σφραγίδα. Ελευθερώθηκε η γις, αλλά σκλάβοι απόμειναν οι χωρικοί και τα χωριά τους. Ο αφέντης άλλαξε, αλλ' ο δούλος απόμεινε ο ίδιος, όπως και προτήτερα.

Βριζούμαστε ανάμεσά μας, κλέβουμε ο ένας τον άλλον, τυραννούμε τις γυναίκες μας, τα παιδιά μας; Έρχεται πάλι η γριά Σκλαβιά και μας παίρνει το βάρος. Ως και στη γλώσσα μας, η Σκλαβιά φταίει που έχασε τόσα και τόσα αρσενικά και θηλυκά. Ο Ζυγός κ' Η Αλυσίδα μένουνε, μένει κ' Η μαύρη μας η Μοίρα μαζί με ΤΟ γέρο το Θάνατο.

ΦΥΣΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Μα τώρα είναι κάτι άλλο για όλο το έθνος να πούμε· πρέπει τέλος πάντων ν' α λ λ ά ξ ε ι κ α ι τ ο μ υ α λ ό τ ο υ α ν θ ρ ώ π ου λιγάκι, ίσως όχι ναλλάξει καθαυτό, μα να ξεσκλαβωθεί από μια βαρειά σκλαβιά που το πλακώνει αιώνες τώρα και το κάνει να μαραγκιάζει και μαραίνεται ― η ε π ί σ η μ η γ λ ώ σ σ α. Το μυαλό του Ρωμιού πρέπει να ξεκαθαριστεί απ' αυτή τη σκουριά.

Φοβούμαι μήπως κ' οι ανυπόταχτοι, ανεξάρτητοι, μεγαλόφρονοί μας ποιητάδες, που ζυγό δε θέλουνε κι αποτινάζουν τη γραμματική, δεν κατάλαβαν ακόμη τι θα πη αληθινή λεφτεριά. Το βάρος, ο ζυγός κ' η σκλαβιά μου φαίνουνται αφτά που γυρέβουνε του λόγου τους, δηλαδή να βάλουνε τους άλλους και τον εαφτό τους να υποταχτούνε στη φαντασία ενός και μόνου. Η καθαφτό ανεξαρτησία είναι ανώνυμη, σαν το λαό.

Κ' ύστερ' απ' όλ' αυτά, μπορείς, θαρρώ, να τους προσθέσης πως κι αυτά να κάμουν, και χίλια τέτοια, πάλι δε θ' αρμενίζουνε πλάγι πλάγι με την Αττική τη «φωνή», πως με τέτοια καύκαλα μήτε μπρος μήτε πίσω δεν πάμε. Πως εκείνοι που πολεμούσανε για τα μας, και γλύτωναν τον τόπο από τη μια τη σκλαβιά, δεν τη λογάριαζαν οι δύστυχοι αυτή την άλλη τη σκλαβιά του δασκαλισμού.

Βρε μπούφο· του είπε τέλος σφουγγόντας τα μάτια του· τετρακόσια χρόνια σκλαβιά και δε μας έκαμε τίποτα και θα μας κάμουν τώρα οι αρκουδιάριδες. Κύττα τη δουλειά σου και μη φοβάσαι. — Τι να μη φοβάμαι, χριστιανέ; είπε ο Δημητράκης με θυμό· πάτησε σου λέω τον τόπο και τον καλλιεργεί· φυτεύει, σπέρνει....