United States or New Caledonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εάν δεν του δώσης χρήματα, θα του προσφέρης γεύμα. Και τούτο δωροδοκία δεν είνε; Ή θα του στείλης κατ' οίκον βακαλιάρον και σαρδέλλες και οίνον. Δωροδοκία και τούτο. Εάν δεν σπεύσης εγκαίρως συ, θα σε προλάβη ο αντίπαλός σου, όστις θα φορή τον κόθορνον της φιλανθρωπίας δεξιώτερον. Ιδού πόθεν εγεννήθη η δωροδοκία.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Να κ' η Φιλοδωρήταινα. . . να και η Χαιρητάδη. . . Ου!. . . βλέπω κι' άλλες πού 'ρχονται, ολόκληρο κοπάδι• όλο το άνθος δηλαδή της πόλεως. Γ’ ΓΥΝΗ ερχομένη ταχέως Ουφ! πόσο, φιλτάτη, εκοπίασα, ως πού να ξετρυπώσω! γιατί έφαγεν ο άνδρας μου όσες σαρδέλλες είχα το βράδυ, και μου πνίγηκε τη νύχτ' από το βήχα.

Ο στρογγύλος θυρωρός της Μονής, ότε ίστατο εμπρός εις το αρχονταρίκιον και ανέκρινε δευτέραν φοράν σιωπηλώς διά των οφθαλμών του τους ξένους εκείνους, τους τόσον οικείως εισελθόντας εις το Μοναστήριον, παρετήρησεν ότι από του φαινομένου αξιωματικού της χωροφυλακής έλειπον τα σύμβολα του βαθμού τουαι σαρδέλλες λεγόμεναι τότεένθεν κ' ένθεν του περιλαιμίου.

Ο Νικολός εκαθάριζε της σαρδέλλες, εγώ έσπαζα τα σφιχτοβρασμένα αυγά, κι' ο Γιαννιός από έν κλειστοπίνακον, το οποίον είχε τυλιγμένον με λευκόν ράκος μέσα στην τσέπην του ναυτικού χιτωνίου του, έβγαλε τρεις ή τέσσαρες πέρκες τηγανητές και πέντε ή έξ κεφτέδες. Μόλις εκάμαμεν τον σταυρόν μας κ' εβάλαμεν δύο ψωμούς στο στόμα, κ' επαρουσιάσθη κάτι ωσάν οπτασία εις τα όμματά μας.

Μονάχα μια μικροπρόσωπη μια καστανομάτα νιοπαντρεμμένη, η Νίτσα, πούχε παντρευτή εδώ και τρεις μήνες και πήρε ένα όμορφο παλληκάρι, που την μια βραδιά την χόρτασε φιλιά κι αγάπη, και την άλλη ξενητεύθηκε για τα ξένα, και πήγε για να πουλάη σαρδέλλες και ρίζι μακριά, πολύ μακριά στης Πόλης τα σοκάκια, γύριζε αχνή και λυπημένη.

Διερχόμενοι έξω από τον μέγαν και άκομψον παλαιόν ναόν της Αγίας Παρασκευής, έκαμναν τον σταυρόν των, και η μήτηρ έφερεν εις τον υπόδικον σιμίθια και σύκα και σαρδέλλες, και καπνόν διά την πίπαν του. Και μέσα εις την βαθείαν τσέπην του φουστανιού της, κρυφά, είχε χωμένην μικράν φιαλίδα με ρώμι ή ρακί, προς παρηγορίαν του φυλακισμένου.