United States or Saint Barthélemy ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι να είπω τώρα προς την μητέρα της, πώς να την δεχθώ ; Με ποίον βλέμμα θα την ατενίσω, αυτήν, ήτις απρόσκλητος ελθούσα εδώ συνεπλήρωσε την δυστυχίαν μου; Και όμως τι το φυσικώτερον να συνοδεύση η μήτηρ την κόρην της ερχομένην εις την χαράν του γάμου της και να παραδώση φαιδρά και ευτυχής το προσφιλές της τέκνον εις εμέ τον πατέρα του, τον κακούργον πατέρα ; Και τι θα είπω προς την κόρην μου, την ταλαίπωρον παρθένον ; Παρθένον είπα ; Αλλά μόλις έλθη εδώ θα την αρπάσει εις τας αγκάλας του ως σύζυγον ο Αδης.

Τα τοιουτοτρόπως διδόμενα χρήματα προήρχοντο εκ της πωλήσεως των ευειδών παρθένων· ώστε αι εύμορφοι επροίκιζον τας δυσμόρφους και τας αναπήρους. Ουδείς δε είχε το δικαίωμα να υπανδρεύη την κόpην του με όντινα ήθελεν αυτός, μήτε να λάβη την αγοραζομένην παρθένον χωρίς να δώση εγγυητάς· αλλά δίδων εγγύησιν ασφαλή ότι ήθελε την νυμφευθή, την ελάμβανε μεθ' εαυτού.

Εις την οικίαν αυτήν ήκουσα τον Γλαύκον να αναλαμβάνη να παραδώση όλους τους χριστιανούς και να υπόσχεται, επί πλέον, εις ένα άλλον έμπιστον του Καίσαρος, Βινίκιον, να κατορθώση όπως ανεύρη μεταξύ των χριστιανών μίαν νέαν παρθένον . . . Εσταμάτησε και παρετήρησε με έκπληξιν τον δούλον, του οποίου τα βλέμματα είχον σπινθηροβολήσει αιφνιδίως, ως οι οφθαλμοί αγρίου θηρίου.

Εστάθη πλησίον της μεγάλης κρήνης, εις την διασταύρωσιν δύο λεωφόρων, κατήλθεν εκ του τεθρίππου, έκαμε νεύμα εις τους συνοδούς του και ανεμίχθη εις το πλήθος διά να παρατηρήση τα θύματα ή διά να αστειευθή με τον Χίλωνα, του οποίου το πρόσωπον απεκάλυπτε βαθείαν απελπισίαν. Την στιγμήν εκείνην παρετήρει μίαν παρθένον, της οποίας ο κόλπος ήρχισε να σπινθηρίζη εις την φλόγα.

Αλλ' ο Βινίκιος, μεθ' όσα είχεν ακούσει εις την συνάθροισιν, δεν ετόλμα πλέον τίποτε να ζητήση. Κατεφίλει τους πόδας του Αποστόλου, εστήριξεν επ' αυτών το μέτωπον κλαίων και εζήτει οίκτον διά της σιωπής του. — Ειξεύρω. Απήγαγον την παρθένον, την οποίαν αγαπάς. Δεήθητι δι' αυτήν, είπεν ο Απόστολος.

Ήτον η ώρα καθ' ην οι βόες επιστρέφουσιν εις τον σταύλον, οι δε χριστιανοί ασπάζονται την Παρθένον διά του «Χ α ί ρ ε Μ α ρ ί α». Ο κώδων είχε προσκαλέσει τας καλογραίας εις την εσπερινήν προσευχήν και ουδείς ήχος ηκούετο πλέον εις τους διαδρόμους του Μοναστηρίου.

ΔΩΡ. Και διατί αυτά, εάν γνωρίζης τα καθέκαστα, αδελφή μου; ΘΕΤ. Ο πατέρας της Ακρίσιος την είχε κλείσει εις χάλκινον δωμάτιον διά να διατηρηθή εκεί παρθένον και άθικτον το κάλλος της• αλλ' έπειταδεν γνωρίζω δε κατά πόσον τούτο είνε αληθέςλέγουν ότι ο Ζευς μεταμορφωθείς εις χρυσόν έτρεξεν από της στέγης επάνω της• εκείνη δε δεχθείσα εις τον κόλπον της τον καταρρέοντα θεόν έμεινεν έγκυος.

Ο ναός της παρθένου Αθηνάς ανήκε τότε εις την παρθένον Μαρίαν. Αλλά κατ' εκείνην την στιγμήν ούτε ρινόφωνοι ψαλμωδίαι ούτε λιβάνου νεκρωσίμοι αναθυμιάσεις ή κώδωνες οχληροί ήρχοντο να ταράξωσι τα θέλγητρα των αναμνήσεων. Γλαύκες μόνον τίνες, εμφωλεύουσαι εις τα κοιλώματα της οροφής, εξέπεμπον εκ διαλειμμάτων πένθιμον κραυγήν, ως ει εθρήνουν της δεσποίνης των την εξορίαν.

Προτήτερα που ήτο η ωραία κόρη; Έβλεπον καμμιά φορά αι γειτόνισσαι, σπανίως ν' αναιβοκαταβαίνη την σεσαθρωμένην κλίμακα έν ασθενικόν και άχρουν κοράσιον, κακοενδεδυμένον και κακοκαμωμένον, πλην ουδέ προσείχον εις την πτωχήν παρθένον εκείνην. Πού ήτο τότε το εύμορφον Χρυσώ; Πού είνε το ρόδον πριν ανοίξη; Ούτω και η παρθένος εις τα χωρία. Ο οικός της είνε ο καλός ο σκληρός και άχρους.

Οι οφθαλμοί αυτών εσπινθηροβόλουν ως οι του Χάρωνος, εκ δε του στόματος εξήρχοντο άναρθροι μόνον ήχοι, βλασφημίαι και επικλήσεις εις την Παρθένον, τροπάρια και άσματα βακχικά.