United States or Cambodia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μη παρασυρθήτε από την ευπρέπειαν του λόγου του και ούτως απορρίψετε την από του ιδικού μου λόγου ωφέλειαν· διότι ο λόγος του, ένεκα της οργής, την οποίαν έχετε εναντίον των Μυτιληναίων, δύναται να σας φανή δικαιότερος και να σας πείση· ημείς όμως δεν δικαζόμεθα προς αυτούς ώστε να έχωμεν ανάγκην δικαιοσύνης, αλλά σκεπτόμεθα περί αυτών κατά πόσον ο θάνατος ή η σωτηρία των συμφέρει προς ημάς.

Οι πλησιέστεροι μετέδιδον τους λόγους του εις εκείνους οίτινες ευρίσκοντο απωτέρω. Και αι κραυγαί της οργής ή της επιδοκιμασίας, αίτινες ηγείροντο εδώ και εκεί, συνεχωνεύθησαν μετ' ολίγον εις την άπειρον ομόθυμον κραυγήν: — Άρτον και ιπποδρομίας! Και αφού επέβαλε σιγήν διά της χειρός, πάλιν με φωνήν ηχηράν επανέλαβεν ο Πετρώνιος. — Σας υπόσχομαι άρτον και αγώνας.

Αν δε διαβόλου συνεργεία επεφοίτα αίφνης εν μέσω των σπουδαίων εκείνων ασχολιών του η ράβδος του διδασκάλουδιότι οι διδάσκαλοι τότε είχον, ως ενθυμείσαι βέβαια, και λόγον και ράβδον, — ο Σοφής δεν εκραύγαζεν εκ πόνου, ούτε εταράττετο, ούτε επορφυρούτο καν εξ αιδούς ή οργής.

Αι επικρίσεις εναντίον του θαύματος τούτου υπήρξαν εκτάκτως ματαιόσχολοι, άτε βασισθείσαι κατά το πλείστον επί της αμαθείας ή της προλήψεως, υπό εκείνων οίτινες αρνούνται την θεότητα του Ιησού Χριστού, ωνομάσθη ποινικόν θαύμα, θαύμα εκδικήσεως, θαύμα ανοικείου οργής, παιδαριώδης επίδειξις ανυπομονησίας εν απογοητεύσει, άδικος οργή εναντίον της αθώας φύσεως.

Εγώ να πάρω τον Πατούχα, να με πούνε Πατούχαινα, εγώ, εγώ! ... Σκίσου γης και βάλε με! Μα με τα σωστά σου μου το λες; — Με τα σωστά μου, απήντησε με ήρεμον πείσμα η χήρα. Δε θα βρης καλλίτερο. Η Μαργή ητένισε την μητέρα της, κατακόκκινη εξ οργής. Κάποιος βαρύς λόγος ανήλθεν εις τα χείλη της και τον κατέπιεν. Έπειτα είπε με την αυτήν έξαψιν: — Αν είν' αυτός για μένα, να μη δω μοίρα!

&Σχέσις της μειλιχιότητος προς τας ακρότητας, και συγγένεια αυτής προς την ελλιπή ακρότητα.& — Η μειλιχιότης είναι μεσότης ως προς τα είδη της οργής. Επειδή δε το μέσον δεν έχει όνομα, σχεδόν δε και τα άκρα, φέρομεν προς το μέσον την μειλιχιότητα, ενώ κλίνει κάπως προς την έλλειψιν, η οποία είναι ανώνυμος. Η δε υπερβολή ημπορεί κάπως να ονομασθή οργιλότης.

Ειπέ μοι, σε παρακαλώ, πόθεν αυτή σου η παραφορά και οι πλήρεις οργής φλογοβόλοι οφθαλμοί σου; Ποίος σε αδικεί ; Τι ζητείς; θέλεις να έχης ωραίαν γυναίκα; Δεν δύναμαι να σοι την δώσω, αφού, όταν την είχες, κακώς την εφύλαξας.

Αφού αποδοθής εις την οικογένειαν και τους φίλους σου, απομένεις επί ικανόν ακόμη καιρόν χλωμός, πράος, γλυκύς, άκακος ως παιδίον, ευπροσήγορος, ενδιαφέρων· όλους τους αγαπάς και όλοι σε αγαπούν, χάρις εις την ευλογημένην αρρώστειαν, ήτις σε απήλλαξε πάσης περισσείας χολής και σε κατέστησε σχεδόν ανεπίδεκτον οργής, δυστροπίας και ερεθισμού.

Η Μαργή εξηκολούθησε να τον λιθοβολή με λύσσαν, αλλά τα πλείστα των βλημάτων της ήσαν άστοχα ή δεν έφθαναν μέχρι του εχθρού, ο οποίος μεθ' έκαστον κτύπημα επαναλάμβανε το ηδονικόν επιφώνημά του: — Ω-ω-ω! να χαρώ τα χεράκια σου, Μαρούλι! Εδρόσισες την καρδιά μου. Βλέπουσα δε η Μαργή ότι τα κύματα της οργής της εθραύοντο ανίσχυρα επί του βράχου εκείνου, ήτον ετοίμη να δακρύση εκ πείσματος.

Θυμάσαι, λέει, που σου είπα πως δεν πιστεύω να υπάρχη άλλη ζωή έπειτ' από αυτή; Εσύ μ' έκαμες να το πιστεύω. Το πρόσωπό της σκοτεινιάζει ενώ το λέει κ' η φωνή της έχει έναν τόνο οργής που με θλίβει. Το παρατηρεί και για να μ' εξιλεώση πιάνει το χέρι μου, ενώ ξακολουθεί: — Τώρα πιστεύω πως υπάρχει και τώρα γνωρίζω πως μπορεί κανείς ναρχίση να ζη μια τέτοια ζωή εδώ στη γις.