United States or Sweden ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Sordello, ο ευγενικός εκείνος κι ακατάδεχτος Λομβαρδός μας κυττάζει από μακριά σαν ξαπλωμένο λιοντάρι. Μόλις μαθαίνει πως ο Βιργίλιος είναι της Μάντουας πολίτης πέφτει στο λαιμό του και καθώς έμαθε πως είν' ο ψάλτης της Ρώμης έπεσε στα πόδια του.

Όλα λοιπόν αυτά είναι παιγνίδια ως προς τα καθ' αυτό μαθήματα· και δι' αυτό ισχυρίσθην εγώ ότι έπαιζαν μαζί σου· και τα ονομάζω παιγνίδια, διότι και αν κανείς ήθελε μάθη πολλά τέτοια και αν ακόμη και όλα τα εμάθαινε, δεν θα εγνώριζε καλύτερον την αληθή φύσιν και ουσίαν των πραγμάτων· το πολύ θα ημπορούσε να διασκεδάζη με τους ανθρώπους και να τους εξαφνίζη με αυτήν την διπλήν σημασίαν των λέξεων, όπως ένας που σου βάζει πόδι και σε ρίχτει ανάσκελα, ή όπως εκείνοι που σου τραβούν από πίσω το σκαμνί την ώραν που πας να καθίσης και πεθαίνουν ύστερα στα γέλοια άμα σε ιδούν ξαπλωμένο φαρδύ πλατύ καταγής· ώστε όλα αυτά που έκαμαν ως τώρα με σένα να τα πάρης έτσι για παιγνίδι· τώρα βέβαια θα έλθη και η σειρά των σπουδαίων και σοβαρών, και θα αναλάβω εγώ την υποχρέωσιν να τους παρακαλέσω να κρατήσουν την υπόσχεσίν που μας έδωσαν· διότι υπεσχέθησαν να μας διδάξουν την τέχνην, με την οποίαν να προτρέπωνται οι άνθρωποι εις την καλλιέργειαν της αρετής· αλλά ενόμισαν, μου φαίνεται, πως έπρεπε ν' αρχίσουν μ' αυτάς τας αστειότητας μαζί σου.

Ακόμα δεν παραταχτήκανε ν' αρχίσουν τις σαϊτιές, και τι να δουν εκεί μπροστά τους, ξαπλωμένο στο χώμα! — Το Βασιλιά τους! Σηκώσανε μεγάλο κακό. Τόσο μεγάλο, που μαθεύτηκε αμέσως κι από τάλλο το μέρος, πως σκοτώθηκε ο Βασιλιάς της Αθήνας, και βλέποντας οι εχτροί πως βγήκε εναντίο τους η προφητεία, το ρίξανε στο φευγιό, πρι να προφτάσουν οι Αθηναίοι να τους τινάξουνε μήτε σαϊτιά.

Να· πάρε τον ιδικόν μου, και ζήτησε άλλον ένα από τας κόρας σου. ΛΗΡ Πρόσεχε, κύριε, να μη παίξη ξύλον. ΓΕΛΩΤ. Η αλήθεια είναι μία σκύλα και της πρέπει ν' αλυσοδένεται και να τρώγη ξύλον, ενώ τα χαδευμένο σου σκυλάκι βρωμολογά, ’ξαπλωμένο εμπρός εις την φωτιά. ΛΗΡ Αυτά τα λέγεις να με πειράξης! ΓΕΛΩΤ. Άκουσε να σου μάθω ένα γνωμικό. ΛΗΡ Λέγε.

Σκύβει και λέει της θειας της πως μεταγυρίζει στο λιομάζωμα, κ' ίσια στου Χουσεήνη το σπίτι. Ό τι γύριζε ο Χουσεήνης από το σπίτι του Χασάνη, που τον είχαν ξαπλωμένο στη μέση και ξεφώνιζαν οι γυναίκες του. Μαύρος από θλίψη κι από θυμό. Έτσι του ήρθε να τραβήξη το λάζο του και να τα σπαράξη της Ασήμως τα στήθια, σαν την πήρε η άγρια ματιά του. — Τονε βρήκα το φονιά! προφταίνει αυτή και του κράζει.

Ζήλια άναψε το αίμα της κυρίας Μαχαλά. Όχι φωτογραφία παρά τον ίδιον τον αξιωματικό, είδε ριχμένον στο κρεββάτι. Το συμπαθητικό κεφαλάκι του με το ξανθό μουστάκι και τα γαλανά χαδιάρικα μάτια του, το βεργολυγερό κορμί του τόβλεπε ξαπλωμένο στα πρόστυχα στρωσίδια, παραδομένο στην ερωτική λύσσα της δούλας της, σαν ολόδροσο κρίνο στα δόντια ενός χοίρου. Έβλεπε... αλοίμονο και τι δεν έβλεπε!

Αλλά πάλι λυπότανε την Ιζόλδη τη γυναίκα του, την απλή, την ωραία. Κακή ώρα τον αγάπησαν οι δυο Ιζόλδες. Και στης δυο είχε φανή άπιστος. Μολαταύτα, η Ιζόλδη με τα Λευκά χέρια, παραξενευότανε να τον ακούη, ξαπλωμένο δίπλα της, ν' αναστενάζη.

Και πάει σιμά και του λαλεί διο φτερωμένα λόγια «Τάχατες θες το λόγο μου, γιε του Λυκά, ν' ακούσεις: Γοργή σαΐτα σου βαστάει να ρήξεις του Μενέλα; Θα σ' τόχουν χάρη οι Τρώιδες, θα σε παινέσουν όλοι, 95 κι' απ' όλους χάρη πιο πολύ θα σ' το γνωρίζει ο Πάρης, και πρώτος μ' αξετίμωτα θα σε πλουτίσει δώρα αν δει τον πολεμόχαρο Μενέλα ξαπλωμένο πας στην πολύπικρη φωτιά, της σαϊτιάς σου θύμα.

Και δυοτρεις φορές προσπάθησε να πει κάτι, αλλά δεν μπορούσε, δεν μπορούσε∙ του φαινόταν ένα όνειρο. Τελικά κούνησε τον Τζατσίντο, προσπάθησε να τον ανασηκώσει, του είπε γλυκά: «Άντε, έλα μέσα! Η μαλάρια παραφυλάει…Το σώμα όμως του νεαρού έμοιαζε να είναι από σίδερο, ξαπλωμένο βαρύ, κολλημένο επάνω στη γη από όπου φαινόταν ότι δεν ήθελε πια να ξεκολλήσει.

Καθώς περνούσε το στενό δρομαλάκι, που έβγαζε στην εκκλησία, γλυστρώντας απάνω στανηφορικό καλντερίμι, τινάχθηκε ξαφνιασμένος, σαν να ξύπνησε από όνειρο. Έσφιξε με τα δάχτυλά του το Δισκοπότηρο, μην του πέση απ' τα χέρια. — Καταραμένο ζωντανό! Ύπαγε οπίσω μου, Σατανά! Ένα σκυλί, ξαπλωμένο στο κατώφλι μιας θύρας, ξαφνιάσθηκε απ' το παράξενο πέρασμα του μαύρου ράσου μέσα στο σκοτάδι.