United States or Armenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σου είπα και άλλοτε ότι είναι μωροί άνθρωποι, αυτό άλλως τε το αισθάνεσαι και συ καλλίτερον εμού και προ παντός ο χαρακτήρ σου δεν είναι δυνατόν να συμμορφωθή με την διδασκαλίαν των. Ο Βινίκιος επανήλθεν εις τον οίκον του και ήρχισε να σκέπτεται ότι πράγματι η χρηστότης εκείνη και η ευσπλαγχνία είνε ίσως μόνον απόδειξις της ασθενείας των ψυχών των.

Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΞΙΦΟΜΑΣΚΙΑΣ Άε από 'κεί, βρωμοφιλόσοφε! Ο ΜΟΥΣΙΚΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ Άε από 'κεί σχολαστικέ! Ο ΧΟΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ Άε από 'κεί, ψευτοδάσκαλε! Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ Πώς! καθάρματα! ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Κύριε φιλόσοφε! Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ Άτιμοι! αχρείοι! μωροί! ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Κύριε φιλόσοφε! Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΞΙΦΟΜΑΣΚΙΑΣ Ζώον! ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Κύριοι! Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ Αναιδέστατοι!

Φθάνοντας λοιπόν η νύκτα, οι δύο Μώροι ήλθαν και μας επήραν, και μας έφεραν εις την τέντα της βασιλοπούλας. Αυτή με την σκλάβαν της μας εδέχθησαν με μεγάλην χαράν, αι οποίες εκάθονταν εξαπλωμένες επάνω εις τομάρια βαλμένα κατά γης. Έλα να καθήσης σιμά μου, μου λέγει η Ουσνάρα, και ο σύντροφός σου ας καθήση σιμά εις την Μυρόφιαν, την σκλάβαν μου.

Εις αυτά τα λόγια της σκλάβας οι δύο Μώροι, που με εφύλαγαν με άφησαν, και αναμέρισαν, και η σκλάβα με παίρνει από το χέρι, και με φέρει εκεί που η κυρία της μας εκαρτερούσεν, η οποία εκάθονταν επάνω εις ένα σωρόν από τομάρια των αγρίων θηρίων, τα οποία εχρησίμευαν διά θρόνον της.

Ο βεζύρης τον υπήκουσε, και μας επήρε και μας έφερεν εις μίαν τένταν, που εχρησίμευε διά φυλακή, και έκαμε να μας δώσουν κεχρί, ρίζι, και άλλα φαγητά διά να γενούμε παχύτεροι διά την θυσίαν. Την ακόλουθον ημέραν έρχονται δύο Μώροι, και παίρνουν έναν από τους συντρόφους μας και τον έφεραν του όφεως.

Τον άνδρα, μούσα, λέγε μου, πολύτροπον, 'που εις μέρη πολλά επλανήθη, αφού έρριξε την ιερήν Τρωάδα• και ανθρώπων είδε αυτός πολλών ταις χώραις και την γνώμην έμαθε, καιτα πέλαγα πολλά 'παθε ζητώντας με τους συντρόφους άβλαπτος να φθάσητην πατρίδα. 5 αλλ' όμως δεν κατώρθωσε να σώση τους συντρόφους• ότι εχαθήκαν μόνοι τους απ' τ' ανομήματά τους• μωροί, 'που τ' Υπερίονα Ήλιου τα βώδια 'φάγαν, κ' εκείνος της επιστροφής τους πήρε την ημέρα. τούτα ειπέ κάπουθε κ' εμάς, θεά, κόρη του Δία. 10

Και ποιοι είναι αυτοί οι άλλοι; Άνθρωποι μωροί, που δε νοιώθουνε τίποτε. Έκλεισε τα μάτια κι αποκοιμήθηκε. Έμεινα άφωνος κοντά της και την κοίταζα. Είχε ξαναπάρει σχεδόν την ίδια έκφραση που είχε όταν είταν κόρη και για πρώτη φορά την είδα να κοιμάται ακόμα, όταν ξύπνησα.

Εκεί από μακρού ήδη λέγεται, ότι το χρήμα δεν έχει οσμήν, και ολίγοι πλέον περισώζονται μωροί αμφισβητούντες του ρητού την ορθότητα.

Μίαν ημέραν εκείνοι οι άνομοι Μώροι μας άφησαν μίαν μεγαλωτάτην ποσότητα από κεχρί, λέγοντάς μας. Ημείς υπάγομεν εις τον βωμόν του όφεως και εις τον γυρισμόν μας θέλομεν να εύρωμεν αυτό το κεχρί αλεσμένον, ειδεμή εσείς θέλετε το ηξεύρει.

Έφθασαν το λοιπόν το ερχόμενον ταχύ οι συνειθισμένοι δύο Μώροι, και μου κάνουν νεύμα διά να τους ακολουθήσω. Εγώ έμεινα ώσπερ νεκρός εις τέτοιαν είδησιν, και γυρίζω προς τον Σαέδ διά να του δώσω τον τελευταίον χαιρετισμόν.