United States or Nauru ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ό,τι αυτός ησθάνθη, δεν έχει τον εγωισμόν να το κρατήση διά τον εαυτόν του· αλλά θα έλεγε κανείς εγωϊσμόν το να θέλη τα αυτά αισθήματα να αισθανθή και ο άλλος ; Ό,τι αυτός ησθάνθη του παρέσχε τέρψιν εν τη εξεγέρσει του αναλόγου αισθήματος είτε τούτο είνε χαρά, είτε λύπη, είτε μελαγχολία, είτε σκληρότης και απογοήτευσις, είτε και αυτή η φρίκη και αποτροπίασις.

Τη ζωή του άνθρωπου δεν την είχε για τίποτα. Χάλαε και χάλαε καθημερνά και ποτέ δε μετάνοιωνε. Μα η καταστροφή μιας φυτιάς τον έρριχνε σε μελαγχολία. Είναι αλήθεια πως ο ίδιος έκαψε κι αφάνησε λόγγους και δάση από την ώρα που τον έστειλε η Μοίρα, κακή πληγή, στους Ευμορφόπουλους. Δεν το έκανε όμως χωρίς ανάγκη. Το έκανε για να πολεμήση τον άνθρωπο.

Είνε λίγα χρόνια τώρα, μια πρωινή, με οδηγό τον παντοτεινό μου αγωγιάτη, τον Βασίλη τον Αρβανίτη, επήγαινα από τη χώρα στην εξοχή, μιάμιση ώρα μακρυά. Ο δρόμος δεν είνε άσχημος, τα περίχωρα μόνο σου φέρνουν μελαγχολία.

Αισθανόταν πόσο δύσκολο θα της ήτον ν' αποκαλύψη στον σύζυγό της ό,τι είχε μέσα στην καρδιά της και όταν ακόμη είχε την πιο καλή διάθεση· έπεσε σε μελαγχολία, που την στενοχωρούσε τόσο περισσότερο, όσο ζητούσε να την αποκρύψη και να καταπιή τα δάκρυά της.

Τόση είνε η πλήξη και η μελαγχολία του, όπου κατήντησε να υποσχεθή το μισό του Βασίλειο εις εκείνον όπου κατορθώση να τον κάμη να περάση μία μόνη ώρα χωρίς χασμήματα η αναστεναγμούς. Πολλοί ήλθαν από όλα τα μέρη να δοκιμάσουν. Η δοκιμή γίνεται απόψε, και ως εις την πρωτεύουσα είνε μόνο πέντε ώρες δρόμος. Σήκω λοιπόν, Μηλιά, και συγυρίσου να πας εις το παλάτι να κερδίσης το βραβείο.

Η σιωπηλή μελαγχολία του αομμάτου γέροντος δεν ανταπεκρίνετο εις την ιδικήν της στωμυλίαν. Αληθώς ηδύνατο κάλλιστα εκείνη να ομιλή διά δύο, αλλά προς τούτο ήτο χρεία να έχη αντικρύ της ακροατήν δεικνύοντα ότι την ακούει, είτε διά παρατηρήσεώς τινος ή διακοπής, είτε διά της εκφράσεως τουλάχιστον των οφθαλμών του. Ο γέρων Γιάννης ουδεμίαν των τοιούτων ενθαρρύνσεων παρείχεν.

Αυτή βλέποντας το μελαγχολικόν του πρόσωπον, και συγχυσμένον, που σχεδόν δεν ημπορούσε να προφέρη ένα λόγον, του λέγει· από τι προέρχεται η σύγχυσίς σου που σε κυριεύει και η μελαγχολία που φαίνεται εις τους οφθαλμούς σου; μήπως και είσαι βαρεμένος εις το να ευρίσκεσαι εις την συντροφιά μας με το να μη σου αρέση.

Ουδέ η εις Ψαρά άφιξις και η εκείθεν αναχώρησις, ουδ' η γενική επί του καταστρώματος κίνησις και βοή ίσχυσαν να την αποσπάσωσι του ληθάργου, εντός του οποίου εφαίνετο βυθισμένη. Τα πάντα ήσαν ως ξένα προς αυτήν. Οι οφθαλμοί της ήσαν προσηλωμένοι, αλλ' έβλεπες ότι δεν προσέχουν εις ό,τι ητένιζον. Μελαγχολία ανεκλάλητος απεικονίζετο εις το βλέμμα, εις την στάσιν, εις την σιωπήν της.

Συνέβαλεν άρά γε εις την βαθείαν εντύπωσιν, την οποίαν μου επροξένησεν η καλλονή της, η άφατος μελαγχολία η απεικονιζομένη εις την όλην μορφήν της, εις πάσαν της κίνησιν; Ήτο απλουστάτη η πένθιμος ενδυμασία της, αλλά δεν απέκρυπτε την χάριν του ωραίου της αναστήματος.

Τον έπιασε μαύρη μελαγχολία και δεν έλαβε μέρος στην όπερα alla moda ούτε στις άλλες διασκεδάσεις του καρναβαλιού· ούτε μια γυναίκα δεν τούδωσε τον παραμικρότερο πειρασμό.