United States or Indonesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εβάδισαν επί τινα χρόνον σιωπηλοί, μεθ' ό ο Χίλων είπεν: — Εγώ δεν θα προδώσω τίποτε, αλλά πρόσεχε τους διανυκτερεύοντας φρουρούς. — Τον Χριστόν φοβούμαι και όχι τους διανυκτερεύοντας, απεκρίθη ο Ούρσος. Ο Χίλων, όστις ήθελε να εξασφαλισθή κατά πάσης λυπηράς συνεπείας, δεν έπαυσε να παριστά εις τον Ούρσον ότι ο φόνος είνε απαισία πράξις. Συνομιλούντες τοιουτοτρόπως έφθασαν προ της οικίας.

Όσον λακωνικαί ήσαν αι άλλοτε εν τω γραφείω του Ζαπτιέ δεξιώσεις ημών, τόσον εύρρους ήτο σήμερον η ρητορική του υπαλλήλου, τόσον εξεζητημένη, ώστε να με ανησυχή, ως προς την αποτελεσματικότητα της αποστολής του. — Αφήσατέ μας μόνους, είπον προς τας γυναίκας. Ο Εφέντης θα έχη να μοι διηγηθή λυπηράς λεπτομερείας, ακαταλλήλους διά τα νεύρα σας. Αι γυναίκες εξήλθον. Ο Εφέντης εσκυθρώπασε.

Όταν δε θα είναι ικανός να είπη οποίοι άνθρωποι από οποίους λόγους πείθονται, και όταν είναι δυνατός διαισθανόμενος την καρδίαν του πλησιάζοντος αγνώστου να δεικνύη εις τον εαυτόν του, ότι αυτός είναι ο άνθρωπος, και αυτός είναι ο χαρακτήρ περί του οποίου άλλοτε εκάμομεν τον λόγον, ο οποίος τώρα παρουσιάζεται πραγματικώς εις τούτον, προς τον οποίον χαρακτήρα πρέπει ν' απευθύνω τούτους εδώ τους λόγους, όπως τον πείσω διά ταύτα εδώ, αυτά δε όλα όταν τα κατέχη πλέον, και όταν προσλάβη την γνώσιν των ευκαιριών, κατά τας οποίας πότε πρέπει να ομιλή και πότε πρέπει να σιωπά, και τας βραχυλογίας εξ άλλου και τας λυπηράς εκφράσεις και τας μεγαλοποιήσεις εις έκαστον των ειδών των λόγων, όσα ήθελε μάθει και αφ' ού διακρίνη τον κατάλληλον καιρόν και το παράκαιρον τούτων, τότε η τέχνη καλώς και τελείως έχει απεργασθή, πρότερον δε όχι· αλλ' όταν τις εις τι από αυτά είναι ελλιπής ή λέγων ή διδάσκων ή γράφων, λέγει δε ότι με τέχνην ομιλεί, τότε έχει δίκαιον όστις δεν τον πιστεύει.

Ήτο το μικρότερο των παιδιών της . . Έμενα σιωπών. — Και ο άνδρας μου, είπεν, επέστρεψεν από την Ελβετίαν, και δεν έφερε τίποτε, και χωρίς την βοήθειαν καλών ανθρώπων θα εζητιάνευε από χωριό, σε χωριό έως εδώ· επήρε θέρμες στο δρόμο. — Δεν μπόρεσα να της ειπώ τίποτε, και εχάρισα κάτι στο μικρό, με παρεκάλεσε να δεχθώ μερικά μήλα, το έκαμα, και άφησα τον τόπον της λυπηράς αναμνήσεως. 21 Αυγούστου.