United States or Kosovo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι δυο καμάται, οίτινες ήσαν συνεργοί της αρπαγής, ηκολούθησαν μετ' αυτούς. Ο είς εκάθισεν επί της πρώρας, και ο έτερος ηθέλησε να υπάγη προς την πρύμναν, εις το πηδάλιον. — Άφσε, κυβερνώ εγώ, είπεν ο Κουμπής. Ο άνθρωπος επέστρεψεν εις την πρώραν. Ο νησιώτης προεστώς έλαβε τους οίακας, αι κώπαι έπληξαν τα κύματα, και μετά είκοσι λεπτά η βάρκα έφθασε παρά το πλευρόν της ναυαρχίδος.

Μα πάλι δεν έμεινε ευχαριστημένη γιατί ήθελε να του βγάλη την καρδιά του απ' τα στήθη του και να την πάρη στα χέρια της, να την κάμη παιγνίδι. Αφού της έδωκε ό,τι είχε ο Παύλος, τα μάτια του, το νου του και την καρδιά του, την ξαναρώτησε πάλι: — Τι άλλο θέλεις από μένα, αγάπη μου; Κ' εκείνη του είπε: — Θέλω τη ζωή σου. Να την έχω στα χέρια μου και να την κυβερνώ.

Η παπαδιά έβραζε μέσα της. Τράβηξε το σκαμνί της και γύρισε απ' την άλλη μεριά. — Έγινε βαπόρι η παπαδιά, είπε ο παπάς στο ανηψίδι του. Μα κ' εγώ έκανα καπετάνιος. Ξέρω και κυβερνώ βαπόρια, τέτοια και μεγαλύτερα. Η παπαδιά δε σήκωνε από αστεία. Τινάχθηκε απάνω, πέταξε με ορμή το μαχαίρι και το μήλο που καθάριζε κ' έφυγε στην άλλη κάμαρη.

Απηύδησα περιμένων. Η κεφαλή μου αλγεί, βομβούν τα ώτα μου, οι οφθαλμοί μου καίουν, αισθάνομαι ότι δεν δύναμαι πλέον επί πολύ να κυβερνώ τον νουν μου. Ελπίζω όμως, ελπίζω ότι προσεγγίζει η καταστροφή. Αι σανίδες του εξώστου τρίζουν και κλονίζονται επί μάλλον και μάλλον. Ο ουρανός είνε σήμερον ζοφερός, ο άνεμος γίνεται σφοδρότερος, καθ' όσον ο ήλιος καταβαίνει προς την δύσιν του.

Άξαφνα, όμως διάπλατη ανοίγει η πόρτα και ξανθή αχτίνα μπαίνει μέσα το βασιλόπουλο. — Πατέρα σε ονομάζω και βασιλιά σε προσκυνώ· λέγει γονατίζοντας εμπρός του. Όλα τα παίρνω τόρα και σ' αλαφρώνω τη ζωή. Ντύνομαι τη χλαμύδα το σιδεροποκάμισο· βάνω το Στέμμα στεφάνι αγκαθερό· παίρνω το Σκήπτρο κεντρί του έθνους μου. Κυβερνώ σαν πατέρας και σαν βασιλιάς.

ΜΑΚΔΩΦ Σκωτία, ω Σκωτία μου! ΜΑΛΚΟΛΜ Όπως σου λέγω είμαι. Αν με νομίζης άξιον να κυβερνώ ειπέ το!

ΑΔΜΗΤΟΣ Το ξέρω, και η συμφορά άξαφνα δεν μ' ευρήκε, Είναι καιρός που τώξερα και μ' έτρωγ' η αγωνία. Μα τώρα μείνετε εδώ, να με βοηθήσετ' όλοι, να γίνη η κηδεία της, και πήτε της τους ύμνους, που θέλουν οι ανηλεείς θεοί του κάτω κόσμου. Κι' όλοι οι Θεσσαλοί που κυβερνώ εγώ σαν βασιλιάς τους, όλοι ας κάμουν πένθος τους το πένθος το δικό μου, και τα μαλλιά ας κόψουνε και ας βουτηχθούν στα μαύρα.

Ενώ δε ενησχολείτο εις τας εργασίας ταύτας, η Τόμυρις τω εμήνυσε διά κήρυκος τα ακόλουθα· «Ω βασιλεύ των Μήδων, παύσον τας μεγάλας ετοιμασίας σου, διότι αγνοείς αν η έκβασις θα ήναι υπέρ σου· παραίτησον τα σχέδιά σου· βασίλευε επί του λαού σου και υπόφερε να με βλέπης να κυβερνώ όσους κυβερνώ.