United States or Anguilla ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μίαν στιγμήν υπέστην όλην την φρίκην του πνιγμού· έγινα τυφλός, κουφός, ανόητος· και μοι εφάνη ότι ένας δαίμων αόρατος μου έδινεν από πίσω μια γερή γροθιά. Το μυστικόν, που τόσον καιρόν ήτο κρυμμένον, εβγήκεν από την ψυχήν μου.

ΚΛΕΟΝΤ Τίποτα! ΝΙΚΟΛΕΤΑ Άφησε με να σου μιλήσω. ΚΟΒΙΕΛ Είμαι κουφός. ΛΟΥΚΙΛΗ Κλεόντ! ΚΛΕΟΝΤ Όχι. ΝΙΚΟΛΕΤΑ Κοβιέλ! ΚΟΒΙΕΛ Τίποτα! ΛΟΥΚΙΛΗ Στάσου. ΚΛΕΟΝΤ Παραμύθια! ΝΙΚΟΛΕΤΑ Άκουσέ με. ΚΟΒΙΕΛ Κολοκύθια! ΛΟΥΚΙΛΗ Μια στιγμή μόνο. ΚΛΕΟΝΤ Καθόλου. ΝΙΚΟΛΕΤΑ Μα κάνε λίγη υπομονή. ΚΟΒΙΕΛ Ταραρά! ΛΟΥΚΙΛΗ Δυο λέξεις μόνο. ΚΛΕΟΝΤ Όχι, τέλειωσε πεια. ΝΙΚΟΛΕΤΑ Μια λέξι. ΚΟΒΙΕΛ Πάει πεια, πάει.

Όθεν έπεται, ότι ο Ληρ ήτο κουφός τις και ανόητος γέρων, απολείπεται δε να ορισθή πότε, εν τω δράματι, άρχεται η εξασθένησις των διανοητικών αυτού δυνάμεων. Το δε συμπέρασμα τούτων πάντων εξ ανάγκης είναι, ότι αι πρώται του δράματος πράξεις είναι όλως απίθανοι. Είναι δε αναντιρρήτως απίθανοι, εάν εκτυλίσσωνται εν αυταίς αι πράξεις υγιούς τω όντι ανθρώπου.

— Ε, παιδιά! ορθοί στο κούρσο! θέλει να φωνάξη όπως πάντα στην ώρα της προσβολής. Μα ο λάρυγγάς του νομίζεις αγκαθόφραχτος κουρελιάζει τη φωνή, τη βγάνει άναρθρη και ασχημάτιστη. Και σύγκαιρα ηχά, το σκότος σχίζει πύρινη σφυριγματιά, τρανή, και χαλκόστομη σαν να σαλαχά κοπάδια ο Σαρίγκαλος. Ακούεται δούπος βαρύς, σάρας κύλημα, ένας κρότος κουφός και συνεχής σαν να επήραν ζωή τα πορολίθαρα.

Βέβαια, καλέ Θεαίτητε, διότι συ δεν είσαι κούφος, αλλά κάτι θα γεννήση το μυαλό σου. Θεαίτητος. Δεν ηξεύρω τι να ειπώ, Σωκράτη μου. Σου λέγω όμως αυτό, το οποίον συμβαίνει. Σωκράτης. Τότε λοιπόν, κακομοίρη μου, δεν έμαθες ότι εγώ είμαι υιός μαίας πολύ ικανής και σοβαράς, δηλαδή της Φαιναρέτης; Θεαίτητος. Αυτό μάλιστα το ήκουσα. Σωκράτης.

Και το συχωρεμένο το αφεντικό σου έλεγε, θυμάμαι, όταν κι εκείνος ερχόταν σπίτι μας και ήταν νέος και ζούσε η γιαγιά μου: ο έρωτας δένει τον άντρα με τη γυναίκα και το χρήμα δένει τη γυναίκα με τον άντρα.» «Εκείνος; Έτσι έλεγε; Σε ποιόν;» «Σ’ εμένα, κουφός είσαι; Ναι, σ’ εμένα. Εγώ όμως τότε ήμουν δεκαπέντε χρονών και απονήρευτη.

Εσύ πρέπει, είναι καθήκον σου να τους ανοίξεις τα μάτια, αφού αυτές είναι τυφλές. Εσύ πρέπει, το καταλαβαίνεις ή όχι; Έχεις κουφαθείΠράγματι, ο Έφις είχε κλειστεί στον εαυτό του, σαν κουφός. Εσύ πρέπει; Τον απειλούσε ο ντον Πρέντου; Ήξερε κάτι ο ντον Πρέντου; Δεν τον ενδιέφερε τίποτε, εκείνος μόνο την κόλαση φοβόταν.

Ο Wordsworth είδε στον &Ενδυμίονα& μονάχα ένα όμορφο κομμάτι ειδωλολατρείας και ο Shelley με την αποστροφή του στην πραγματικότητα ήταν κουφός στο μήνυμα του Wordsworth, που η φόρμα του τού ήταν αποκρουστική, κι ο Βύρων, ο μεγάλος εκείνος, γεμάτος φωτιά, όμως ατελής άνθρωπος, δεν μπορούσε να εκτιμήση μήτε τον ποιητή του Σύννεφου μήτε τον ποιητή της Λίμνης και το θαύμα του Keats τού ήταν κρυμμένο.

Δεν πρόσεξα τα προμηνύματα που ήρθαν; Στάθηκα τυφλός και κουφός στις υποψίες, που ανάβανε μέσα μου σα φλόγες και φοβερίζανε το χτίριο της ευτυχίας μου, που το θαρρούσα στεριά θεμελιωμένο; Δεν το γνωρίζω.

Το αισθάνομαι ήδη και εξ ιδίας πείρας το γνωρίζω. Ο άλλος αδελφός ήτο κουφός. Σπανίως ελάλει. Κατηφής και μελαγχολικός, εφαίνετο ξένος εις τα του κόσμου. Η μόνη διασκέδασις, η μόνη ενασχόλησίς του ήτο η ξυλογλυπτική. Έχω εισέτι μικρόν ξυλογράφημα το οποίον τότε μου εδώρησε, παριστών τον Ευαγγελισμόν. Εις μάτην παρεκίνουν οι γονείς μου τους δύο γέροντας να φύγωσι μεθ' ημών.