United States or Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο γραμματικός του Καπετάν Πασά είνε Χριστιανός, ομοεθνής μας, ο λοστρόμος Χριστιανός, σ' όλα τα καράβια είνε ασκέρι Χριστιανοί. Στη φεργάδα είνε το ένα τρίτο. Ο ιερεύς τον ήκουε σύννους. Ο Κουμπής εξηκολούθησεν: — Αν θέλης, παπά μου. Σ' επροτίμησα ως ενορίτη μου. Αν δεν θέλης, θα προσκαλέσω τον παπά-Φραγκούλη, τον σύντροφόν σου στον Χριστό, ή τον παπά-Δανιέλο απ' τον Άι-Νικόλα.

Ο Κουμπής απώθησε τα στέφανα επί της τραπέζης, κάτω της Αγίας εικόνος, έκαμεν ένα σταυρόν, κ' έδωκε την χείρα εις την Λελούδαν. — Έλα, αγάπη μου. Η κόρη εσηκώθη μηχανικώς. Ούτε ήθελεν, ούτε ηδύνατο ν' αντισταθή. Εστάθη εκείνος δεξιά, και αύτη αριστερά, αντικρύ της εικόνος. — Τώρα θα μας κάμης πατριαρχικόν γάμον, δέσποτα, όπως συνηθίζουμ' εμείς στο Φανάρι.

Ο Κουμπής είχε τέσσερα ή πέντε, χρυσά και αργυρά, εις τους δακτύλους του. Εχρειάσθησαν εξ αυτών δύο, έν εκ των δύο που είχεν εις τον παράμεσον και έν εις τον μικρόν δάκτυλον. Μετέβη εις την ακολουθίαν του στεφάνου, χωρίς να είπη: &Ευλογημένη η βασιλεία&. Άρχισε να διαβάζη την πρώτην ευχήν κατανυκτικά, όσον γίνεται λόγος περί αφέσεως αμαρτιών και περί ανθρωπίνης αδυναμίας.

Τέλος περί την μίαν μετά τα μεσάνυχτα έφθασεν ήρεμα και εν άκρα σιωπή το ζεύγος των νεονύμφων. Ο Κουμπής, έχων τόσην επιρροήν πάντοτε, αλλά πολλαπλασιαζομένην τώρα ως εκ της παρουσίας του Τουρκικού στόλου, είχε προδιαθέσει τους προεστούς και την πολιτοφυλακήν, λέγων ότι είχε σπουδαίαν υπόθεσιν επάνω στην φεργάδα, και ότι θα έφθανε πολύ αργά την νύκτα.

Εκείθεν απετόλμησαν δύο-τρεις βαρκούλες κ' έπλευσαν με τα κουπιά επάνω έως τας πλευράς του θαλασσίου κήτους, και περιέπλεον μακρόθεν το θείον κύμα. Και ο πρώτος που επεσκέφθη επισήμως τον Καπετάν Πασάν επί της ναυαρχίδος ήτον ο πρώτος προεστώς του χωρίου, ο Κουμπής Νικολάου, παλαιός γνώριμός του.

Τι του είπε; Φαίνεται ο Κουμπής του εζήτησεν εκδούλευσιν, και ο Τούρκος ναύαρχος του υπεσχέθη. Το βράδυ, όταν ενύχτωσε, ο Κουμπής είχεν αρματώσει μίαν σκαμπαβίαν με έξ κωπία.

Οι δυο καμάται, οίτινες ήσαν συνεργοί της αρπαγής, ηκολούθησαν μετ' αυτούς. Ο είς εκάθισεν επί της πρώρας, και ο έτερος ηθέλησε να υπάγη προς την πρύμναν, εις το πηδάλιον. — Άφσε, κυβερνώ εγώ, είπεν ο Κουμπής. Ο άνθρωπος επέστρεψεν εις την πρώραν. Ο νησιώτης προεστώς έλαβε τους οίακας, αι κώπαι έπληξαν τα κύματα, και μετά είκοσι λεπτά η βάρκα έφθασε παρά το πλευρόν της ναυαρχίδος.

Ο Κυρ Κουμπής, ενώ κατά τα άλλα ήτο τόσον αυστηρός άνθρωπος, είχε κι' αυτός μίαν αδυναμίαν· επόθει να έχη μικρόν νινί, χαριτωμένον, αγγελικόν πλάσμα, διά να το χορεύη στα γόνατά του. Η Σεραϊνώ ήτο σαράντα χρόνων, και μετά τόσα χρόνια, 15 περίπου, δεν εγέννησε τίποτε. «Ούτε παιδί, ούτε κουτάβι, ούτε 'κλούθο». Αυτός ήτο πεντηκοντούντης ως έγγιστα.

Θε μου, Άι-Προκόπη μου. — Αχ! Παναγία μου! Πριν αρθρώσωσι δευτέραν λέξιν, τρίτος εξόπισθεν του βράχου προέκυψεν, ο Κουμπής. — Μη φοβάσαι, αθώα Λελούδα! Κουμπίνα, να πας στο σπίτι σου. Έλα μαζί μας, Λελούδα. — Να 'ρθή; πού να 'ρθή; Σε καλό σου, Κουμπή, ετόλμησε να ψελλίση η Κουμπίνα. — Σύρε στο σπίτι σου, Κουμπίνα, επανέλαβεν ο σύζυγός της. — Λελούδα, έλα θα πάμε στην φεργάδα.

Την ημέραν εκείνην, καθώς έρριψεν αγκύρας ο στόλος παρά την ακτήν του Κουρούπη, έως τα νησιά του Καστριού και τα Λεχώνιαανάμεσα εις τον Μέγαν Γιαλόν και τον Μικρόν Γιαλόν — ... και τα πλέον μικρά πλοία ηγκυροβόλησαν παρά τον Άγιον Σώστην εις την δυτικοβόρειον ακτήν, όπου ήτο περισσότερα σκέπη, και αν εφύσα μελτέμι δεν έπιανε και τόσον, ο πρώτος εξ όλης της νήσου, όστις επεσκέφθη εις την ναυαρχίδα τον Καπετάν Πασάν, ήτο ο εκ των πρώτων προεστών του χωρίου, ο Κουμπής Νικολάου........