United States or Turks and Caicos Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν μπορούσε σχεδόν ν’ ανοίξει το στόμα του, αλλά με το κεφάλι έδειξε το δρόμο, κάνοντας νεύμα στον Τζατσίντο να τον ακολουθήσει και ο Τζατσίντο τον ακολούθησε. Πήγαν πίσω από την εκκλησία, ακούμπησαν στον ερειπωμένο τοίχο, μπροστά στο μεγάλο τοπίο πλημμυρισμένο από φως. «Λοιπόνρώτησε ο Έφις με φωνή που έτρεμε. Η λέξη αυτή έκανε τον Τζατσίντο να γελάσει.

Ύστερα η γρηά, σαν ετράβηξε τη στάμνα μέσα, έκαμε πάλι να σπρώξη την πόρτα, για να με κλείση απ' έξω. Εγώ έπιασα με τα δυο χέρια το φύλλο της πόρτας, κ' είπα·Τι κάνουν μέσα; Άκουσα σιγανή ψαλμωδία και διάβασμα παπά. — Βαφτίζουν, μου είπεν η καλόγρηα, με τρόπον που έδειχνε πως ήτον στενοχωρημένη που δεν μπορούσε να με απομακρύνη. Επέρασα το κεφάλι στο άνοιγμα της πόρτας. Ξαφνίστηκα.

Από τα πρώτα που έστησ' εκεί ο Κωσταντίνος είταν η πορφυρόλιθη κολώνα της Ιεράπολης, με το μπρούντζινο άγαλμα του Απόλλωνα στην κορφή της, μα κατά το ρωμαϊκό το σύστημα ταποκεφάλισε ο Κωσταντίνος αυτό τάγαλμα και τούβαλε κεφάλι όμοιο με το δικό του.

Μακρυά πέρα έβλεπαν την ακτή, αλλά η φουρτούνα είχεν αρπάξει τη βάρκα, και δε μπορούσαν να βγουν έξω. Την τρίτη νύχτα, η Ιζόλδη ονειρεύτηκε ότι κρατούσε στα γόνατά της το κεφάλι μεγάλου αγριογούρουνου που λέρωνε τη ρόμπα της με αίμα, κ' έτσι κατάλαβε πώς δε θα ξανάβλεπε πεια το φίλο της ζωντανό.

Βρίσκοντας αφορμή το κεφάλι του που πονούσε, λέει, από την αποψεσινή την αγρυπνία, τράβηξε αυτός ίσια σπίτι του. Οι άλλοι όλοι μπήκανε στης Μιχάλαινας. Είταν εκεί μαζεμένες και μερικές αξαδέρφες, αντραδέρφες, γυναικαδέρφες, και συννυφάδες, προσμένοντας τους άντρες τους από το καπελιό. Μεγάλο γλέντι δεν έγινε, ξαποσταμένοι όντας οι πιώτεροι από ταπονύχτερα ξεφαντώματα.

Φούσκωσα τότενες, Λάμπρο. «Τσώπα, μωρέ βρωμόσκυλλε, του κρένω, γιατί σου τρώω το κεφάλι». Ο αγάς πιάστηκε από το μαρτίνι του. Εγώ άρματα δεν είχ' απάνου μου άλλ’ από το σουγιά και τα καληγοσφύρια των αλόγων. Χύνουμαι ίσ' απάνου του, τ' αρπάζω το τουφέκι από τα χέρια και φωτιά τώχω. Μες το ριζάφτι τον πήρε. Έμπηξε μια δυνατή φωνή κ' έγηρε κάτου από τ' άλογο.

Ως τόσον απέρασεν ένας χρόνος, που αυτός αγαπούσε χωρίς να έχη αιτίαν να ελπίζη, επειδή εκείνη που αγαπούσε δεν ήτον άλλο παρά μια φαντασία, και τότε άρχισε να καταλαμβάνη ότε εκείνο που είδεν ήτον μία βεβαία μαγεία· όθεν επιθύμησε να ταξειδεύση με ελπίδα, ότι με τούτο το μέσον ήθελαν του έβγει οι φαντασίες που είχεν εις το κεφάλι δι' αυτήν την υπόθεσιν.

Βλέπεις τι έκανες; Μ' επρόσβαλες μπροστά στον κόσμο κ' έδιωξες από το σπίτι μου πρόσωπα της ανωτέρας αριστοκρατίας. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Λίγο με μέλει για την ανωτέρα αριστοκρατία τους. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Δεν ξαίρω τι με κρατάει καταραμένη και δε σου σπάω το κεφάλι με τα κόκκαλα πούμειναν στα πιάτα. Ακούς εκεί ναρθής να μου ταράξης το γεύμα μου! Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Λίγο με μέλει, σου είπα.

Η φαντασία, Για μεγαλεία Στον κόσμον όλο, Κοινή μωρία. 820 Μ' αυτή τη ζάλη Εις το κεφάλι, Ανησυχάζουν Μικροί, μεγάλοι· Ανώτερό του Καλήτερό του Πασάνας θέλει Για ισότιμό του. Έχει, δεν έχει, Το δρόμο τρέχει 825 Που τα μεγάλα Αυτός παντέχει· Σε όπια λάχη Αράδα να 'χη, Ποσώς δε στρέγει, Στρίβει τη ράχη.

Και επειδή εις την πολιτείαν εκυρίευεν ένα είδος λοιμικής νόσου απέθνησκον πολλοί· όθεν σχεδόν καθ' ημέραν εκατέβαζον ένα νεκρόν με ένα ομού ζωντανόν, μετά επτά ψωμιά και το νερόν του· εγώ με τον ίδιον τρόπο τους τα άρπαζα, έπειτα με ένα ξύλον τους έδιδα μίαν ή δύο ξυλιές εις το κεφάλι, και εκείνοι από τον φόβον τους απέθνησκον εν τω άμα.