United States or Gabon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ποιος τάχα εχθρός απ' τη στεριά, διαβαίνοντας το Νείλο, θε νάρθη μέσ' στις χώρες του να τις αναστατώση και ποιος από τη θάλασσα θε νάβγη απ' το καράβι και σαν εχθρός θε να ριχτή στων Αιγυπτίων τα βώδια, ενόσω αυτές τις χώρες του φυλάει ο Πτολεμαίος ο ξανθομάλλης βασιλιάς με την παλληκαριά του; Κ' έχει την έννοια να κρατά και την κληρονομιά του και σαν μεγάλος βασιλιάς να την αυξαίνη ακόμα.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ Ωιμένα, τα κορμάκια σας ποιος τόπος γης θα λάβη; ΙΣΜΗΝΗ Σε ποιο θε να τα θάψωμε χώμα πιο τιμημένο; ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΙ ΙΣΜΗΝΗ Ω μνήμα, στου πατέρα σας το πλάι ετοιμασμένο!

Θε διεστέλλοντο δε ίσως υπό μειδιάματος και τα λεπτά χείλη της Μαργής, αν ο αδιόρθωτος Μανώλης δεν υπέπιπτε και πάλιν εις το φοβερόν λάθος να την ονομάση Μαρούλι. Εις μάτην η χήρα του είχει συστήση επανειλημμένως να ονομάζη την θυγατέρα της με το όνομα το οποίον είχε φέρη μετά του κρινολίνου από την πόλιν. Εκτός του ότι ήτο δυσπρόφερτον αυτό το όνομα, δεν του ήρχετο ποτέ εγκαίρως εις την μνήμην.

Κοντά-κοντά στο γέροντα το θαλασσοδαρμένο, είν' έν' αμπέλι με πυκνά και κόκκινα σταφύλια που το φυλάει μικρό παιδί στο φράχτη καθισμένο. Στώνα πλευρό του μια αλεπού, στάλλο πλευρό του μια άλλη· χώνετ' η μια στα κλήματα και τα τσαμπιά αφανίζει, η άλλη πάει με πονηριά κρυφά προς το ταγάρι ωσάν να λέη και στο παιδί πως δεν θε να 'συχάση αν δεν ταφήση νηστικό κι αν δεν του φάη ό,τ' έχει.

Φτωχός δε θάναι ο άνθρωπος που θε του πάνε τόσα, 125 άδιο δε θάναι από χρυσό και βιος τ' αρχοντικό του αν έχει όσα μού κέρδισαν τ' αλόγατά μου πλούτη.

Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησέ του κ' είπε• «Διόθρεπτε, άμα φθάσουμε, θε να τα ειπούμ' εκείνου 155 όπως τα λέγεις• άμποτε παρόμοιατην Ιθάκη να φθάσω, καιτο σπίτι μου να ευρώ τον Οδυσσέα, πόσο μ' αγάπησες να ειπώ και πως εδώθε φθάνω και πολλούς φέρω θησαυρούς, λαμπρά δικά σου δώρα».

Αμαρυλλίδα αγάπη μου, με κάνεις να μαδήσω τολόδροσο στεφάνι αυτό πούχω για σένα πλέξει μ' ευωδιασμένα σέλινα και με μπουμπούκια κίστου. Αλλοίμονό μου! δε μ' ακούς; τι έχω να πάθω ο μαύρος! Να, δέκα μήλα σούφερα' τάκοψα 'κεί που μούπες· να, δέκα μήλα, και ταχυά θε να σου φέρω κι άλλα.

'Στη γειτονιά που θε να πας κανέλα μη μασήσης και μοσχοκάρυδο μη φας και μας αλησμονήσης.

Την πίστι των Θεών ότι παράτησε και τώρα στης μαγείες δόθηκε, όπου οι δούλοι πιστεύουν, οι τρελλοί, οι αρρωστιάρηδες κι' οι μούλοι. ΤΡΟΦΙΜΟΣ. Βδομάδες έχει στο παλάτι να πατήση. Έγινε λένε, Χριστιανός. Να σε πολυχρονήση δεν παρουσιαζόταν στης θυσίες όταν έλειπες. Μαζί του πήρε και σέρνει και τον Νέστορα. Αλλοί του! Θε να τον κάψω ζωντανό, τ' ορκίζομαι!

τον Ήλιον η μακρόπεπλη εχύθη Λαμπετία μηνύτρα ότι του εσφάξαμεν εμείς ταις αγελάδες• 375 χολώθη εκείνος κ' έλεγεν εμπρός των αθανάτων• «Δία πατέρα, μάκαρες θεοί, 'που πάντοτ' είσθε, τους ασεβείς πατάξετε συντρόφους του Οδυσσέα, 'που μ' άρπαξαν και μώσφαξαν τα βώδια• και εις εκείνα χαιρόμουν ως ανέβαινατον κάταστρον αιθέρα, 380 και ως πάλιν έγερνα εις την γην από τα ουράνια μέρη. και αν για τα βώδια πλερωμήν, ως πρέπει, δεν μου δώσουν, 'ς τον Άδη θε να καταιβώ και των νεκρών θα λάμπω».